Κόψε φίλε στη ρακέτα
και τη μπάλα πιάσε πέτα
μπίστιξέ τη στούμπιξέ τη
και στο δίχτυ κάρφωσέ τη
Πέρασε το δύο δέκα
έχει και ψηλή γυναίκα
που φοράει και τακούνι
να την έχει για μπαστούνι
Είναι τ’ άσπρα του μαλλιά
κάτασπρα λευκά πανιά
στης Λαρίσης τα πελάγη
της γιατρεύει όλα τα άλγη
Πέρασε λιγάκι ο χρόνος,
δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
Το γκουβέρνο να ψηφίσει
σπίτι του να μη γυρίσει
Τι σαράντα τι πενήντα
τι εξήντα τι εβδομήντα,
στο κρεσέντο της βλακείας
βάλαν όριο ηλικίας
Πάρτο πίσω Οικονόμου
είμαι εγώ παιδί του δρόμου;
Θέλω σπίτι, οικογένεια
έχω γένια, θέλω χτένια
Δώσε να το πας ογδόντα
μήπως και κονομηθούμε
θέλω ένα παπάκι Honda
να την πάω να παντρευτούμε.
Ρώτα και τον Παναγιώτη
Που ‘χει κούρσα στράφτη πρώτη
φίνα γκάζια στροφιλίκια
τετακέ και μαγκιλίκια.