Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Περί ΓΓΑ και του νέου της Προϊσταμένου

Του Ανδρέα Μαλάτου*

Όπως κάθε Γενική Γραμματεία Υπουργείου, έτσι και η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού είναι μια δημόσια υπηρεσία με ειδικότερο σκοπό την άσκηση δημόσιας εξουσίας στον χώρο του αθλητισμού. Προϊστάμενος αυτής της υπηρεσίας είναι ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού, ο οποίος ορίζεται από την Κυβέρνηση ως «επί θητεία μετακλητός δημόσιος υπάλληλος». Επομένως, ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού έχει τον διττό ρόλο, αφ’ ενός να συμμετέχει στην διαμόρφωση και έκφραση της κυβερνητικής πολιτικής για τον αθλητισμό (πολιτικός ρόλος), αφ’ ετέρου δε να ασκεί δημόσια διοίκηση ως κορυφή μιας διοικητικής, δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας (διοικητικός ρόλος).
Αυτονόητα, λοιπόν, ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού πρέπει να διαθέτει όχι μόνο την πολιτική εμπιστοσύνη της κυβέρνησης αλλά και την ικανότητα να ασκήσει δημόσια διοίκηση στον χώρο του αθλητισμού, να εφαρμόσει δηλαδή γνωστικό αντικείμενο της διοικητικής επιστήμης. Επί πλέον, επειδή ο αθλητικός χώρος είναι ένας ιδιόμορφος βιοτικός χώρος με την δική του ιδιαίτερη οργάνωση, λειτουργία, φιλοσοφία, ακόμη θα λέγαμε με την δική του ιδιαίτερη έννομη τάξη, η άσκηση δημόσιας διοίκησης στον αθλητισμό απαιτεί και την πλήρη γνώση της οργάνωσης και της λειτουργίας του χώρου αυτού. Ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού πρέπει επομένως για την εκπλήρωση της αποστολής του να διαθέτει τρία βασικά προσόντα:
1.Την πολιτική εμπιστοσύνη της Κυβέρνησης
2.Γνώση και εμπειρία περί την άσκηση δημόσιας διοίκησης
3.Γνώση και εμπειρία περί την οργάνωση και λειτουργία του αθλητικού χώρου
Οι τρεις παραπάνω αρχές σημαίνουν ειδικότερα τα εξής:
1.Πολιτική εμπιστοσύνη
Πολιτική εμπιστοσύνη δεν σημαίνει απλώς κοινή πολιτική προέλευση ή κοινή πολιτική βούληση μεταξύ διορίζοντος και διοριζομένου αλλά κυρίως εμπιστοσύνη στην ιδιότητα του τελευταίου να ενστερνίζεται και να συμμετέχει αποτελεσματικά στην παραγωγή, χάραξη και εμπέδωση της κυβερνητικής πολιτικής στον αθλητισμό. Πρέπει επομένως ο υποψήφιος να έχει άμεση σχέση, γνώση και συμμετοχή στην μέχρι τώρα διαμόρφωση αθλητικής πολιτικής του κυβερνώντος κόμματος και όχι απλώς να την ασπάζεται. Πρωτοποριακή, πράγματι, η δημόσια πρόσκληση για υποβολή αιτήσεων ενδιαφέροντος, υπό την αυτονόητη όμως προϋπόθεση ότι η όποια επιλογή θα είναι τελικά μια πολιτική επιλογή.
2.Άσκηση δημόσιας διοίκησης
Επειδή κάθε κυβερνητική πολιτική εκφράζεται και εφαρμόζεται εν τέλει με πράξεις της διοικήσεως, η γνώση και εμπειρία στην άσκηση δημόσιας διοίκησης είναι κατά την γνώμη μου το σημαντικότερο προσόν κάθε κυβερνητικού παράγοντα. Σπεύδω δε να επισημάνω ότι δεν έχει καμία σχέση το λεγόμενο «αθλητικό μάνατζμεντ» με την δημόσια διοίκηση του αθλητισμού. Στο πρώτο κυριαρχεί η οικονομία ενώ στο δεύτερο το δημόσιο δίκαιο. Γι’ αυτό και στη Γαλλία απαραίτητη προϋπόθεση για την κατάληψη τέτοιων θέσεων είναι η επιτυχής φοίτηση στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Ν.Α.). Για την Ελλάδα δεν μπορούμε, τουλάχιστον προς το παρόν, να είμαστε τόσο απαιτητικοί. Όμως βασικές γνώσεις διοικητικής επιστήμης, δημοσίου και διοικητικού δικαίου, διοικητικής διαδικασίας, διαχείρισης κρίσεων, συστημικής μεθοδολογίας, δημόσιας πολιτικής, κυβερνητικής κ.λ.π. πρέπει ο Γενικός Γραμματέας κάθε Υπουργείου να διαθέτει, είτε μέσα από την επιστημονική του κατάρτιση είτε και μέσα από την επαγγελματική του εμπειρία. Είναι πάρα πολλά τα παραδείγματα ακύρωσης σημαντικών διοικητικών πράξεων της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού από το Συμβούλιο της Επικρατείας λόγω, ακριβώς, της παραπάνω έλλειψης ειδικής διοικητικής γνώσης, για να μην αναφερθούμε σε σημαντικότερες πληγές της πρόσφατης πολιτικής μας ζωής (βλ. π.χ. σκάνδαλο Βατοπεδίου) που κάλλιστα θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί αν οι πολιτικοί προϊστάμενοι είχαν και ιδίαν, έστω και στοιχειώδη, διοικητική – νομική άποψη για τα θέματα που έπρεπε να χειριστούν.
3.Γνώση του αθλητικού χώρου
Γνώση του αθλητικού χώρου δεν σημαίνει το να είναι κανείς φίλαθλος ή να παρακολουθεί την αγωνιστική δραστηριότητα των αθλημάτων. Φυσικά είναι απαραίτητο ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού να γνωρίζει αθλητισμό, αυτό όμως που προέχει είναι η γνώση και εμπειρία στην οργάνωση και λειτουργία του αθλητικού χώρου, των αθλητικών οργανώσεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, στην μεταξύ τους σχέση αλλά και στην σχέση τους με το κράτος, που πολλές φορές είναι όχι μόνο ανταγωνιστική αλλά τελείως εχθρική (βλ. π.χ. το σήριαλ της περιπέτειάς μας με την FIFA). Η άριστη γνώση των αγωνιστικών παραμέτρων του αθλητισμού δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην απαραίτητη γνώση και εμπειρία για την οργάνωση και λειτουργία του αθλητικού χώρου. Αντίθετα, ένας έμπειρος αθλητικός παράγων, διαθέτει κατά τεκμήριο την γνώση αυτή, έστω και αν ουδέποτε είχε αγωνιστική δράση.
Αν οι παραπάνω σκέψεις είναι ορθές ο ιδανικός Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού θα πρέπει (1) να εκφράζει την πολιτική άποψη του κυβερνώντος κόμματος για τον αθλητισμό, (2) να γνωρίζει, είτε λόγω των σπουδών του είτε λόγω της επαγγελματικής ή αθλητικής εμπειρίας την δομή, οργάνωση και λειτουργία του αθλητικού χώρου, κυρίως όμως (3) να διαθέτει επιστημονική γνώση και εμπειρία περί την δημόσια διοίκηση, την οποία τελικά θα υπηρετήσει.
Παρ’ ότι ως Γενικοί Γραμματείς Αθλητισμού υπηρέτησαν κατά καιρούς αξιολογότατοι άνθρωποι, ο μόνος που κατά τη γνώμη μου συγκέντρωνε και τις τρεις παραπάνω ιδιότητες ήταν ο αείμνηστος Κώστας Παπαναστασίου, δικηγόρος και ενεργό συγχρόνως στέλεχος του αθλητικού κινήματος και του τότε κυβερνώντος κόμματος. Ανάλογες επιλογές υπάρχουν και σήμερα, λίγες βέβαια, όμως απόλυτα διακριτές και γι’ αυτό εύκολα επιλέξιμες.

*Ο κ. Μαλάτος είναι Διδάκτωρ Αθλητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου SAARLAND και Πρόεδρος της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής της Γ.Γ.Α.