του Κώστα Πνευματικού
Ο Αμερικανός συγγραφέας Henry D. Τhoreau ήταν βέβαιος ότι δεν είχε ποτέ διαβάσει καμία αξιομνημόνευτη είδηση στις εφημερίδες. Κι αυτό γιατί, αν διάβαζε κανείς για μία νέα ληστεία, δολοφονία, ατύχημα, πολιτική ομιλία κ.ο.κ. δεν είχε τίποτε το καινούριο να μάθει, τίποτε που να μπορούσε να προσθέσει στη γνώση του. Αν είχε διαβάσει κάποτε για ένα συμβάν, αυτό αρκούσε. Δε χρειαζόταν να διαβάσει ανάλογα παρόμοια θέματα, ό,τι έπρεπε να μάθει το είχε μάθει ήδη κι όλα τα επιπλέον ήταν περιττά.
Τον τελευταίο καιρό μοιάζει σαν να έχουν βαλθεί οι κάθε λογής καναλάρχες, τηλεϋπεύθυνοι και μιμιπαράγοντες να επιβεβαιώσουν την παραπάνω πρόταση, διαψεύδοντάς την κατηγορηματικά. Περί ποδοσφαίρου ο λόγος. Άνοιξα τις προάλλες το φωτεινό κουτί και έμεινα αποσβολωμένος: στομφώδες τρέιλερ τηλεοπτικού σταθμού διατυμπάνιζε την προσεχή αποκλειστική ποδοσφαιρική τηλεπραμάτεια του σταθμού. Το πρόγραμμα των μεταδόσεων σχετικά με το επικείμενο ντέρμπι είχε ως εξής:
18:00 Pre-Game Show
19:00 Ποδοσφαιρικός αγώνας: Τάδε vs Δείνα
21:00 Post-Game Show
Με το πέρασμα των πρώτων post-shock δευτερολέπτων συνειδητοποιεί κανείς ότι ο έλεγχος έχει απολεσθεί, κοινώς μετά το μέτρο τον έχουμε χαμένο και τον μπούσουλα για τα καλά. Δεν τολμώ να διανοηθώ τι θα σκεφτόταν ο Thoreau μαθαίνοντας ότι στο (δικό του) μέλλον οι τηλεοπτικοί δέκτες των μηνυμάτων που εκπέμπουν τα μιμιμέσα θα ξαναμαναεπαναλαμβάνουν τα ίδια αναμασημένα κβάντα λιγότερο ή περισσότερο άχρηστης πληροφορίας ή νάιλον ψυχαγωγίας. Εξάλλου αυτά τα αναμασήματα φαίνεται ότι είναι περιττά, καθώς αρκεί να έχει κανείς παρακολουθήσει ένα και μόνο τηλεοπτικό ρεπορτάζ για μία ληστεία, ξέρει τα πάντα και για τις επόμενες - αυτόν τον κανόνα επιβεβαιώνουν περίτρανα ορισμένα "έγκυρα" δελτία ειδήσεων.
Και αυτό το ρεκόρ όμως το σπάσαμε. Πλέον τα μέσα ανάγουν συστηματικά τις ρωποστωμυλήθρες και τα φληναφήματα σε απόσταγμα σοφίας και την κενολογία σε επιστήμη. Πλέον δεν αρκούν 90 λεπτά αποβλάκωσης, το ποδοσφαιρικό τσακίρ κέφι ξεκινάει από νωρίς και κρατάει μέχρι αργά. Η μάζα των τηλεθεατών, η "βλακική αγέλη" κατά την τόσο διαχρονική και καυστική, αλλά και τόσο παραγνωρισμένη γραφίδα του Ευάγγελου Λεμπέση [1], καλούνταν σε ένα αχαλίνωτο όργιο pre- και post-αποβλάκωσης με δίχως ορατό τέλος αλλά με σαφώς καθορισμένο πρόγραμμα. Για ορεκτικό στην ήδη αποβλακωμένη ή διακαώς-επιθυμούσα-να-αποβλακωθεί-παντελώς μάζα προσφέρεται τελετουργική περιγραφή των τεκταινομένων εντός, εκτός και επί τα αυτά του γηπέδου, με λογής αθλητικογράφους, ανταποκριτές και σχολιαστές διασπαρμένους πανταχού και πανέτοιμους να καταγράψουν την παραμικρή κίνηση καθενός από τα 22+ ποδοσφαιρικά μαζο-ινδάλματα, σχεδόν από τη στιγμή που βγαίνουν από την εξώπορτα του σπιτιού τους. Για κυρίως πιάτο το μενύ περιλαμβάνει τη γηπεδική σύγκρουση καθεαυτή, με πλήρη κάλυψη από λογιώ-λογιώ αθλητικούς συντάκτες, έτοιμους να αντιμετωπίσουν το τηλεοπτικό horror vacui με ακατάσχετη αρλουμπολογία και γεγονοτολογική τεκμηρίωση που θα ζήλευαν ακόμη και απόφοιτοι των Ιστορικών-Αρχαιολογικών τμημάτων. Ποιος για παράδειγμα μένει ασυγκίνητος, πληροφορούμενος ότι ο αριστεροπόδαρος Κλωτσομπαλάς το 2002-2003 που έπαιζε στον Πανχαυνωτικό είχε χτυπήσει 138 κόρνερ, και ότι η μπάλα είχε μέση ωριαία ταχύτητα 97,2 χλμ/ώρα; Η αποθέωση του τίποτα.
Μετά τη λήξη του αγώνα το αποθεωμένο τίποτα υψώνεται στο τετράγωνο. Σερβίρεται τηλεσυζήτηση από διάφορα πάνελ ποδοσφαιρολόγων, ποδοσφαιρόπληκτων, ποδοσφαιρομανών και λοιπών μπουρδολόγων όλων των μορφωτικών επιπέδων: από σοβαρούς δημοσιογράφους και λοιπούς παραπορευόμενους μέχρι εντελώς αμόρφωτους και άξεστους ρεκάζοντες. Μετριότητες που εξαργυρώνουν σε χρήμα ή εφήμερη αναγνωρισιμότητα τις αδολεσχίες τους, οι οποίες δεν είναι παρά ένα αμάλγαμα συνθημάτων, κενολογίας και καταπιεσμένης λίμπιντο. Ειρήσθω εν παρόδω ότι την ίδια ώρα, στη μεσοφεϊμστόρια περίοδο της ελληνικής ιστορίας που διανύουμε, άξιοι νέοι επιστήμονες, καλλιτέχνες κ.α. μένουν άνεργοι και αφανείς. Εντούτοις, τέτοια συμπεράσματα το παραβαραίνουν το κλίμα, κι η μάζα που επικροτεί την ταχύτατη ανέλιξη και αναγνώριση των αναξίων κάτι τέτοια δεν τα συγχωρνά, γι' αυτό ας επανέλθουμε στα περί στρογγυλής θεάς. Λέγαμε το λοιπό ότι οι ατέρμονοι κενολόγοι καταθέτουν τις εμπερίστατες απόψεις τους περί του πόσο φορμαρισμένοι ήταν οι παίκτες, πόσο εξημμένη η ατμόσφαιρα και κορωμένος ο ενθουσιασμός των φιλάθλων, για ποιους λόγους η τοποθέτηση του τάδε αμυντικού υπήρξε καίριας σημασίας για την εξουδετέρωση του δείνα αντιπάλου επιθετικού, ότι το δίχως άλλο η πληρωμένη διαιτησία ευθύνεται για την ήττα και άλλες περισπούδαστες ανοησίες. Μιλάνε μα δε λένε τίποτα κατά πως θά 'λεγε κι ο Σέξπιρ[2].
Είναι ασφαλώς κοινοτοπία ότι το ποδόσφαιρο, έχοντας ανακηρυχθεί σε βασιλιά του αθλητισμού, έχει αναγάγει τις αρνητικές συνιστώσες του δεύτερου σε παθολογία: αλόγιστη εμπορευματοποίηση και κοπαδοποίηση, αποθέωση του θεάματος, καταφυγή στην καταστροφικότητα και τη μέθη της ατιμώρητης βίας και εκτόνωσης. Κι όλα αυτά χωρίς να υπολογίζεται η ωφελιμότητα των παραπάνω συνιστωσών για τους εκάστοτε κρατούντες, δηλαδή η χρησιμοποίηση του ποδοσφαίρου ως μέσου εφαρμογής πολιτικών σκοπιμοτήτων, προπαγάνδας και εγκεφαλικής χαύνωσης. Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω φαινομένων: η μάζα.
Η έξαλλη ευαρέσκεια που εκδηλώνει η αποκαρωμένη μάζα μπροστά στους κάθε λογής ήρωες - διάβαζε ποδοσφαιριστές, πολιτικούς και θρησκευτικούς ταγούς, μοντέλους και τραγουδιάρες, μονομάχους που κατακρεουργούν θηρία, θηρία που ξεσκίζουν μονομάχους κλπ - και η διονυσιακή μέθη της ίδιας της μάζας, που δρα εμμέσως ή αμέσως ποδηγετούμενη, παραμένει η ίδια σε κάθε εποχή. Μάζα μιας άλλης εποχής βασάνισε φρικτά και δολοφόνησε τη φιλόσοφο Υπατία, προαγγέλλοντας την έλευση του δυτικού και βυζαντινού Μεσαίωνα. Ενός Μεσαίωνα που απεγνωσμένα προσπαθούν οι Ευρωπαίοι να πιστέψουν ότι αποτελεί κακή ανάμνηση της παιδικής τους ηλικίας, και που πάντοτε κάποιες μάζες καταφέρνουν να τους τον θυμίζουν. Mάζα κι εκείνοι οι άλλοι, οι "αγανακτισμένοι" που σπάνε λεωφορεία με σιδερόβεργες. Μάζα και οι θερμοανεγκέφαλοι που γκρεμίζουν στάδια, βρίζουν τις μανάδες των "αντιπάλων" οπαδών, ανοίγουν κεφάλια στο όνομα της ομάδας τους, την οποία αποκαλούν συνήθως με τα χαϊδευτικά "ψυχασθένεια" ή "θρησκεία", χωρίς να γνωρίζουν οι μακάριοι τω πνεύματι πόσο πετυχημένος είναι ο παραλληλισμός. Μάζα κι
εκείνος ο β(λ)αμμένος με τα χρώματα της Ελλάδας που εμφανίζεται στη διαφήμιση εναπομείνας στην Πορτογαλία και που δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει απ' το να διασύρει τη χώρα του και την εικόνα του Έλληνα με τα χιμπατζίδικα και κακόηχα post-game ουρλιαχτά του, και που κάνει τους Πορτογάλους να ξεφυσάνε με ανακούφιση μπροστά στο εγκαταλειμμένο αντίσκηνο, λέγοντας "ου γκρέγκου παρτίου! - γλιτώσαμε - ου γκρέγκου παρτίου!"[3]. Αν αυτή είναι η εικόνα που θέλουμε να έχουν οι κοντοχωριανοί μας συνευρωπαίοι για το τι εστί Έλληνας, ερρέτω...
Της μάζας η ψυχολογία παραμένει ίδια ανά τους αιώνες, είτε αυτή επαναλαμβάνει ρυθμικά συνθήματα προς αίνο διαφόρων ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών είτε επαναλαμβάνει ανάλογα συνθήματα με άλλους στίχους, στους ίδιους όμως πάντα μουσικούς ρυθμούς, περιβλημένα με πατριωτικό ή θρησκευτικοδογματικό προκάλυμμα εναλλάξ - η περιορισμένη RAM γαρ δεν επιτρέπει πιο περίπλοκες απομνημονεύσεις. Ενίοτε πάλι αναβιώνει σύγχρονα auto da fe με καύσεις βιβλίων διαφόρων εκπροσώπων του πνευματικού κόσμου που τολμούν να ορθώσουν το ανάστημά τους και να προτρέψουν και άλλους να ακολουθούν την πυθαγόρεια προτροπή λεωφόρους οδούς μη στείχειν, ή πιο απλά, μην ακολουθείτε τους πολλούς, λυτρωθείτε από τη μάζα και το τυραννικό της αποκοίμισμα.
Αλλά, ας είναι. Ο χρόνος μου τελείωσε. Κι έχω αγώνα αύριο.
[1] Ευάγγελος Λεμπέσης, Η Επαναστατική Μάζα - Η τεραστία Κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω, Εκδόσεις των Φίλων, 2002, σ. 126
[2] Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Πράξη Β', Σκηνή 2
[3] Πρόκειται για τη διάσημη πλέον κραυγή ανακούφισης του φτασμένου στα όρια της ανθρώπινης αντοχής Πορτογάλου σερβιτόρου: 'o grego partiu!' που σημαίνει 'ο Έλληνας έφυγε'. Θερμές ευχαριστίες στην καθηγήτρια πορτογαλικών κ. Ντέμπορα Πίο, χάρη στη βοήθεια της οποίας κατέστη δυνατή η φωνητική 'μεταγραφή' του συγκεκριμένου σημείου της διαφήμισης.
ΠΗΓΗ:blog "η άλλη άποψη"