Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Και όμως: H πολιτεία μπορεί να ανοίξει τους φακέλους!

Ο ΝΟΜΟΣ ΔΙΝΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΕΑ ΤΗΣ ΓΓΑ

Η άρνηση Πιλάβιου (δια της επιστολής που αποκάλυψε η "Δίκη") να ελεγχθούν οι φάκελοι των ομάδων από τη Βουλή,  μας οδήγησε να ερευνήσουμε τις δυνατότητες της πολιτείας να παρέμβει.

Διαπιστώσαμε ότι η κυβέρνηση έχει δικαίωμα να ελέγξει τους φακέλους αδειοδότησης των ομάδων, αλλά -περιέργως- δεν το ενεργοποιεί!

Το έχει μέσω της ΕΕΑ (Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού).

H Επιτροπή λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή και τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Πολιτισμού ως προς τα διοικητικά θέματα.

Στο άρθρο 77Α ‘Αρμοδιότητες Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού’, του Ν. 2725/1999, όπως προστέθηκε με το άρθρο 24 του Ν. 3057/2002, ΦΕΚ Α 239/10.10.2002, ορίζονται ορισμένες εξαιρετικά ενδιαφέρουσες προβλέψεις, όπως:

«1. Η επιτροπή, εκτός από όσα ειδικά ορίζονται στις λοιπές διατάξεις του παρόντος νόμου, έχει τις εξής αρμοδιότητες

 β) Διενεργεί διαχειριστικό και λογιστικό έλεγχο στις Α.Α.Ε. και τα Τ.Α.Α. και ερευνά για την εκπλήρωση των εν γένει οικονομικών υποχρεώσεών τους... [...]

στ) Καταγγέλλει τις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου στις αρμόδιες διοικητικές και δικαστικές αρxές.

2. Η Επιτροπή διενεργεί τακτικό έλεγχο τον Ιούλιο κάθε έτους, καθώς και έκτακτο ύστερα από παραγγελία του Υπουργού Aνάπτυξης ή του Υπουργού Πολιτισμού ή αυτεπάγγελτα.

Με απόφασή της, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει απευθείας τη διενέργεια ελέγχων σε αναγνωρισμένες ελεγκτικές εταιρείες ή εταιρείες ορκωτών ελεγκτών λογιστών. Επίσης η Επιτροπή μπορεί να ζητεί τη συνδρομή οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης αρχής για την εκτέλεση του έργου της...

Τα πρόσωπα που διενεργούν τον έλεγχο δικαιούνται να λαμβάνουν γνώση οποιουδήποτε Βιβλίου, λογαριασμού, εγγράφου ή άλλου στοιχείου που κρίνουν απαραίτητο.

Η άρνηση παροχής εγγράφων ή πληροφοριών από τους οικείους επαγγελματικούς συνδέσμους, τις Α.Α.Ε. ή Τ.Α.Α. αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα πoυ διώκεται σύμφωνα με τους οικείους κανονισμούς, ενώ για τους αρμόδιους υπαλλήλους και για τις διοικήσεις των επαγγελματικών συνδέσμων ή των ΑΑΕ ή των Τ.Α.Α. και ποινικό, που διώκεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύει. Πέραν των ανωτέρω, το οικείο δικαιοδοτικό όργανο επιβάλλει στην ελεγχόμενη Α.Α.Ε. ή το Τ.Α.Α. που αρνείται να παράσχει στους ελεγκτές τα αναγκαία στοιχεία, την ποινή της αποβολής από το πρωτάθλημα. [...]

5. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της η Επιτροπή, πέραν των όσων προβλέπονται ρητά στον παρόντα νόμο, δικαιούται να ζητεί και να λαμβάνει οποιοδήποτε κατά την κρίση της άλλο στοιχείο, πληροφορία ή διευκρίνιση. [...]

11. Κάθε δημόσια Αρχή παρέχει τη συνδρομή της στην Επιτροπή και ιδίως στους ελεγκτές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».

Σύμφωνα με τα οριζόμενα του νόμου, και με δεδομένη την αναφορά ότι «Τα πρόσωπα που διενεργούν τον έλεγχο δικαιούνται να λαμβάνουν γνώση οποιουδήποτε βιβλίου, λογαριασμού, εγγράφου ή άλλου στοιχείου που κρίνουν απαραίτητο», τότε αυτονόητα, υπάρχει σαφής δυνατότητα ελέγχου εκτός των φορολογικών και ασφαλιστικών στοιχείων ακόμη και της πληρότητας, εγκυρότητας και νομιμότητας των φακέλων αδειοδότησης των ΠΑΕ, από πλευράς Επιτροπής.

Η ΕΠΟ, μπορεί συνεχώς να προβάλλει την δέσμευση που η ίδια έχει απέναντι στις ομάδες, βάση της μεταξύ τους γραπτής συμφωνίας, αυτό όμως καθόλου δεν δεσμεύει την Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού, βάσει των ως άνω οριζομένων του νόμου.

Οι ίδιες οι ΠΑΕ, όμως, επί ποινή αποβολής από το Πρωτάθλημα, υποχρεούνται να συνδράμουν τους ειδικούς ελεγκτές της ΕΕΑ στο έργο τους και να παρέξουν κάθε στοιχείο, κάθε πληροφορία και κάθε έγγραφο.

Αυτό δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να καμφθεί, καθώς,

«3. Πριν από την έναρξη κάθε αγωνιστικής περιόδου, κάθε Α.Α.Ε. ή Τ .Α.Α. οφείλει να προσκομίσει στην οικεία διοργανώτρια αρχή, πιστοποιητικό της 
Επιτροπής περί τήρησης των υποχρεώσεων που πρoβλέπoνται από τον παρόντα νόμο.

Το πιστοποιητικό αυτό δεν xορηγείται σε περιπτώσεις διαπίστωσης σοβαρών ή καθ` υποτροπήν παραβάσεων του νόμου, οι οποίες αναφέρονται υποχρεωτικά στην απόφαση της Επιτροπής περί μη χορήγησής του, καθώς και σε περιπτώσεις άρνησης παροχής στοιχείων προς την Επιτροπή».