Άρθρο του Σοφοκλή Φραγκογιαννόπουλου στην εφημερίδα «Πατρίς»
Ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει ότι στην πολιτική, «υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται, αλλά και πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται». Η στήλη μας, αρέσκεται να καταπιάνεται με θέματα παρασκηνίου. Θα δούμε σήμερα λοιπόν πώς φτάσαμε ο ερασιτέχνης παράγοντας να πληρώνει τα «χαράτσια» για την έκδοση ενός δελτίου, θέμα για το οποίο πάμπολλες φορές έχουμε ακούσει να επικρίνονται οι ΕΠΣ, αλλά σπάνια έχουμε δει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.
Για να καταλάβουμε όmως στο πώς φτάσαμε στο σήμερα, θα πρέπει να κάνουμε μια αναδρομή στο χθες. Και να γυρίσουμε πίσω πάνω από 25 χρόνια, όταν και ακόμα η έκδοση ενός δελτίου ποδοσφαιριστή, μόνο απλή υπόθεση δεν ήταν. Μην φανταστείτε ότι η ΕΠΟ είχε μηχανογράφηση όπως σήμερα. Υπήρχε ένα γραφείο, με ατελείωτους φακέλους, όπου πριν εκδοθεί ένα δελτίο, έπρεπε ο υπάλληλος να τους ψάξει όλους. Κι αν ήθελε ας πούμε να κάνει και καμιά «λαδιά», κανείς δεν μπορούσε να τον ελέγξει. Αρκούσε μόλις έμπαινε κάποιος στο γραφείο, να έσβηνε τα… φώτα!
Για να επικυρωθεί μια μεταγραφή, μπορούσαν να περάσουν και έξι ολόκληροι μήνες. Μην φανταστείτε ότι γίνονταν και πολλές μεταγραφές τότε, αλλά πάμε παρακάτω. Για να γίνει λοιπόν μια μεταγραφή, έπρεπε ο παράγοντας να στείλει μια συστημένη επιστολή μέσω ταχυδρομείου στην ΕΠΟ. Επειδή ο έλεγχος δεν ήταν απλός και οι επιστολές αυτές έφταναν κατά δεκάδες, είχε εφεύρει η ΕΠΟ παλαιόθεν μια πατέντα με την κάρτα υγείας (δελτίο υγείας το έλεγαν). Και χωρίς να εκδοθεί ακόμα δελτίο, ο παίκτης έπαιζε με «ευθύνη σωματείου». Αν η μεταγραφή απορριπτόταν από την ΕΠΟ και στο μεταξύ είχαν υποβληθεί ενστάσεις, το σωματείο έχανε τα παιχνίδια αυτά. Αποτέλεσμα αυτού, από το 1980 έως το 2001, η ΕΠΟ να έχει βαρεθεί να αλλάζει τις βαθμολογίες, ιδιαίτερα στην εθνική ερασιτεχνική κατηγορία, η οποία άλλοτε λεγόταν Γ΄ Εθνική και άλλοτε Δ΄ Εθνική. Η αλλοίωση των πρωταθλημάτων ήταν τεράστια.
Κάπου στο 2000, ένας νέος κι ανερχόμενος δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος είχε εκλεγεί Γενικός Γραμματέας της ΕΠΟ, επισκέφθηκε μια μέρα τα γραφεία όπου βρισκόταν το μητρώο των δελτίων. Και εξεπλάγη όταν είδε τα τσουβάλια με τις επιστολές. Ρωτώντας τον υπάλληλο –«τι είναι αυτά», πήρε την απάντηση. «-κ. Γκαγκάτση είναι τα δελτία».
Πέρασαν λίγες μέρες και ο Βασίλης Γκαγκάτσης δέχθηκε μια επίσκεψη στο γραφείο του. Ήταν ο Πέτρος Συναδινός, διευθυντής της οργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων -Αθήνα 2004-. Βλέποντας ο Συναδινός τον Γκαγκάτση να φουσκώνει και να ξεφουσκώνει τα μάγουλά του, τον ρώτησε τί συνέβαινε. Όταν ο Γκαγκάτσης του εξήγησε το πρόβλημα, ο Συναδινός τον παρέπεμψε στο Πανεπιστήμιο Πατρών, το κορυφαίο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας στην πληροφορική. Καθηγητής ο Γιώργος Παυλίδης, στον οποίο ο Γκαγκάτσης εξέθεσε το πρόβλημα. Και ο καθηγητής, του πρότεινε να υπάρξει online σύνδεση της ΕΠΟ με όλες τις κατά τόπους ΕΠΣ. Μελέτη, διαγωνισμός και ξεκινήσαμε. Όρος απαράβατος του καθηγητή, να ακολουθήσουν οι υπάλληλοι, τόσο της ΕΠΟ, όσο και των ΕΠΣ, καθώς χωρίς αυτούς δουλειά δεν μπορούσε να γίνει.
Το έργο τέθηκε σε λειτουργία τη σεζόν 2000-01, ωστόσο ήθελε και λεφτά. Ο Γκαγκάτσης πρότεινε στο Δ.Σ. της ΕΠΟ (έτσι λεγόταν τότε η Ε.Ε.), αυτοχρηματοδότηση. Για κάθε νέο δελτίο, να μπει ένα παράβολο 15 ευρώ. Τα οκτώ ευρώ στην ΕΠΟ για τη μελέτη και την προμήθεια, έως ότου αποπληρωθεί και εφτά ευρώ στις ΕΠΣ, ώστε να έχουν και αυτές κάποιο έσοδο, να πληρώνουν τους υπαλλήλους τους. Τελικός στόχος να μείνει μελλοντικά μόνο ένα μικρό παράβολο υπέρ των ΕΠΣ.
Το 2004, όταν έγινε η συμφωνία ΕΠΟ-Πολιτείας-FIFA, ότι η ΕΠΟ θα έχει αυτοδιοίκητο, δεν θα αλλάξει ο η εκλογική διαδικασία, αλλά δεν θα παίρνει και λεφτά από την Πολιτεία, οι ΕΠΣαρχες δεν το καλοκατάλαβαν. Τα χρήματα στο ποδόσφαιρο και η διαδρομή ΕΠΟ-ΕΠΣ, κόβονταν. Και ενώ ο Γκαγκάτσης ήθελε με τη σειρά του να κόψει την επιχορήγηση προς τις ΕΠΣ, εκείνες επέμεναν να συνεχίσει αυτή, έστω κι αν ο Γκαγκάτσης τους είχε εξηγήσει ότι λεφτά από την Πολιτεία «γιοκ». Ωστόσο ο Γκαγκάτσης, πάντα νικητής στις διενέξεις του με την Πολιτεία, είχε ως ασπίδα του πρώτα τις ΕΠΣ και μετά τις FIFA/UEFA. Πίστευε στη δύναμη του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου αλλά και την επιρροή των τοπικών εκάστοτε κυβερνητικών στελεχών της ελληνικής περιφέρειας. Άρα δεν χαλούσε ποτέ χατίρι στις ΕΠΣ. Θα γινόταν αυτό που ήθελαν. Δηλαδή θα έγραφαν, αλλά δεν θα έπαιρναν.
Όταν αποχώρησε ο Γκαγκάτσης και ο Πιλάβιος αποφάσισε να αφήσει την Ελβετία και την UEFA και να κατηφορίσει στην Ελλάδα, φέροντας τον αέρα του τεχνοκράτη, (ήρθαν και τα Μνημόνια), κατάφερε να πείσει τους προέδρους των ΕΠΣ, ότι αυτά τα χρήματα ουδέποτε έπρεπε να έχουν γραφεί, επιχορηγήσεις από την Πολιτεία δεν υπήρχαν λόγω αυτοδιοίκητου και άρα έπρεπε με απόφαση Γενικής Συνέλευσης, να διαγραφούν. Διαγράφηκε ένα σημαντικό μέρος του χρέους και ανάσανε η ΕΠΟ. Σταδιακά άρχισαν και συμψηφισμοί. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, όπου η ΕΠΟ αποφάσιζε να επιχορηγεί τις ΕΠΣ, αλλά δεν τους έδινε τα χρήματα.
Συμψηφισμοί όμως, τελείωσαν πριν τρία χρόνια, όταν μπήκε στη ζωή των παραγόντων το ηλεκτρονικό παράβολο. Οπότε τίποτα πια δεν πήγαινε στις ΕΠΣ, αλλά όλα τα λεφτά πήγαιναν απευθείας στην ΕΠΟ. Ουσιαστικά, το μόνο που απέμεινε στις ΕΠΣ, ήταν να πληρώνει υπαλλήλους, να εξυπηρετούν τους παράγοντες οι οποίοι δεν είχαν αποκτήσει εξοικείωση με την τεχνολογία. Η κάθε ΕΠΣ, δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να κρατήσει, να καθυστερήσει, να παζαρέψει.
Και φτάσαμε στο σήμερα, όπου οι ορκωτοί λογιστές διαπίστωσαν από τα βιβλία της ΕΠΟ ότι οι ΕΠΣ έχουν οφειλές. Η ΕΠΟ βρέθηκε στη δύσκολη θέση, να πρέπει να εισπράξει τα οφειλόμενα προκειμένου να αποδεσμεύσει αυτά που εκείνη όφειλε. Και οι ΕΠΣ, αν όχι όλες, πολλές από αυτές, βρέθηκαν με τη σειρά τους στη δύσκολη θέση, να πρέπει να καταβάλλουν αυτά που οφείλουν, προκειμένου να εισπράξουν αυτά τα οποία τους οφείλονται