Στη «Δίκη στο Open» φιλοξενήθηκε ο αντιπρόεδρος της ΕΕΑ και καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Χάρης Τσιλιώτης και μίλησε για το νέο αδιέξοδο στη διαιτησία, για τα προβλήματα του ποδοσφαίρου που μετατοπίζονται στη δικαιοσύνη και για τις νομικές ενέργειες που μπορεί να κάνουν οι ομάδες για το κλείσιμο των γηπέδων.
Αναλυτικά όσα είπε ο Χάρης Τσιλιώτης:
Τι θα συμβεί αν οι διαιτητές κινδυνεύουν να πάνε στο αυτόφωρο μετά από μηνύσεις σε αγώνες: «Θα έχουμε νέα αποχή των διαιτητών, είναι βέβαιο. Είναι που είναι στραβό το κλήμα, θα το φάει και ο γάιδαρος και δε θα διανοηθεί ξανά ξένος διαιτητής να έρθει να σφυρίξει σε ελληνικό παιχνίδι όταν γνωρίζει ότι την προηγούμενη αγωνιστική κάποιος συνάδελφός του μηνύθηκε και ενδεχομένως κρατήθηκε ή ποιες άλλες συνέπειες υπέστη. Πέρα των νομικών υπάρχει και η κοινή λογική και βεβαίως διατείνομαι παντού ότι η νομική επιστήμη είναι η επιστήμη της κοινής λογικής. Αν δεν υπάρχει κοινή λογική, δεν μπορεί να λειτουργήσει η νομική επιστήμη. Είναι ποτέ δυνατόν να αποφασίζει για το αν ένα πέναλτι δόθηκε ή δε δόθηκε σωστά, αν μπήκαν σωστά οι γραμμές, αν έγινε μια σωστή αποβολή, ο εισαγγελέας και αργότερα το δικαστήριο; Είναι δυνατόν να ποινικοποιούνται αυτά τα πράγματα και να γίνονται αντικείμενο εισαγγελικής έρευνας για το αν έχει διαπραχθεί αδίκημα για να ασκηθεί δίωξη αργότερα; Από τον Ποινικό Κώδικα υπάρχουν γενικότερες διατάξεις, γενικότερα αδικήματα, ιδιώνυμα αδικήματα αλλά αυτά προϋποθέτουν ότι υπάρχει δόλος, υπάρχει συναλλαγή, χρηματική ή οτιδήποτε. Μια μη χρηματική συναλλαγή είναι να τάξεις στον διαιτητή ότι θα γίνει διεθνής αν σφυρίξει υπέρ μιας ομάδας. Αλλά αυτά τα πράγματα πρέπει να αποδεικνύονται. Ή πρέπει να υπάρχουν ενδείξεις. Ένα φαλτσοσφύριγμα, ή και περισσότερα, μια κακή διαιτησία δε σημαίνει κατ’ ανάγκη συναλλαγή. Η συναλλαγή έχει και ένα άλλο υπόστρωμα το οποίο πρέπει να αποδεικνύεται ή τουλάχιστον να υπάρχουν ενδείξεις για την τέλεση του αδικήματος αυτού ούτως ώστε να ασκηθεί ποινική δίωξη. Μόνο ότι ο VAR δεν έβαλε καλά τις γραμμές, που είναι και άποψη της ομάδας που θεωρεί ότι αδικήθηκε, αυτό δε σημαίνει ότι ο διαιτητής έκανε λάθος και ότι αυτό ενέχει σκοπιμότητα. Αυτά όλα δείχνουν ότι υπάρχει ένα κλίμα εκφοβισμού των διαιτητών, οι απειλές για αγωγές και μηνύσεις θα παίζουμε με τους όρους τους δικούς μας, όλα αυτά νομίζω ότι δεν ανταποκρίνονται ούτε στη νομική πραγματικότητα ούτε και στην ομαλή διεξαγωγή ενός παιχνιδιού και γενικότερα του πρωταθλήματος και νομίζω ότι δεν μπορούν να ληφθούν σοβαρά υπόψιν. Απόδειξη είναι ότι ο αθλητικός εισαγγελέας χωρίς δεύτερη συζήτηση άφησε ελεύθερους τους διαιτητές οι οποίοι μηνύθηκαν, δεν προσήχθησαν με την αυτόφωρη διαδικασία, και κατά την κρίση του δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένδειξη συναλλαγής, άρα ένδειξη τελέσεως ποινικού αδικήματος και πολύ σωστά ο κ. εισαγγελέας άφησε τους διαιτητές ελεύθερους».
Ο κ. Τσιλιώτης πρόσθεσε: «Δε γνωρίζω παρόμοιο περιστατικό υποβολής μηνύσεως κατά διαιτητή μετά τον αγώνα για υποτιθέμενη κακή διαιτησία, γιατί δηλαδή δεν έδωσε ένα πέναλτι, γιατί ένα γκολ ακυρώθηκε, γιατί δεν μπήκαν σωστά οι γραμμές του VAR. Κακές διαιτησίες υπάρχουν και σε προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες, και στο αγγλικό πρωτάθλημα υπάρχουν παράπονα για μεγάλους διαιτητές γιατί θεωρούν κάποιες ομάδες ότι αδικήθηκαν από διαιτητικές αποφάσεις. Όμως σε καμία περίπτωση δεν φτάσαμε στο σημείο να υποβληθούν μηνύσεις για αλλοίωση αποτελέσματος».
Πώς κρίνει το γεγονός ότι τα προβλήματα του ποδοσφαίρου μετατοπίζονται στη δικαιοσύνη ενώ παράλληλα η ΕΠΟ έκανε επιεικέστερο τον Κώδικα Δεοντολογίας για τις ομάδες: «Το θέμα του Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΠΟ είναι παλιό, δεν είναι τωρινό. Αυτό δεν το βλέπουμε μόνο στο θέμα της ΕΠΟ και σε άλλους κανόνες, ακόμα και στην αθλητική νομοθεσία βλέπουμε ότι όταν θεσπίζονται δρακόντειοι κανονισμοί που επισύρουν ποινές ακόμα και υποβιβασμού, κατεβάζουν οι ομάδες τους φιλάθλους στους δρόμους, κλείνουν οι δρόμοι, κλείνει η Ελλάδα, βγαίνουν τα μέσα ενημέρωσης που πρόσκεινται στον εκάστοτε ιδιοκτήτη ομάδας, καταγγέλλεται η κυβέρνηση, η ΕΠΟ, οι αθλητικοί δικαστές με αποτέλεσμα τελικά να αλλάζουν οι κανονισμοί, να γίνονται επιεικέστεροι και την επόμενη φορά που θα γίνει μια τροποποίηση, έχουσι γνώσιν οι φύλακες για να αποφύγουν τα προηγούμενα κάνουν μια διάταξη που είναι αόριστη, αφήνει «παραθυράκια», ούτως ώστε ο ερμηνευτής και εφαρμοστής του κανονισμού και του δικαίου να μπορεί να την ερμηνεύει κατά το δοκούν και ανάλογα με το ποιος είναι ο παραβάτης, αν είναι μεγάλη η μικρή ομάδα. Αυτό δεν βοηθάει, είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Νομίζω ότι κανένας παράγοντας δεν ενδιαφέρεται για το ποδόσφαιρο αλλά για το συμφέρον του και ειδικά σε περιόδους στυγνού επαγγελματισμού, ο καθένας ενδιαφέρεται για τα οικονομικά του συμφέροντα, στο μέτρο που ταυτίζονται με την ομάδα του, ενδιαφέρεται και για την ομάδα του. Για το ποδόσφαιρο αν πάει μπροστά, δεν ενδιαφέρεται κανένας. Και, δυστυχώς, ενώ βλέπουμε ότι η πολιτεία διαχρονικά θα όφειλε να κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση γιατί το ποδόσφαιρο είναι ένα λαϊκό άθλημα, ασχολείται εκατομμύρια κόσμος με αυτό, θα έπρεπε να φροντίζει να μην υπάρχουν αυτά τα φαινόμενα ή να έχουν κατά το μέτρον του δυνατού εξαλειφθεί. Δυστυχώς δεν μπορεί η εκάστοτε κυβέρνηση να κάνει καλά τους παράγοντες του ποδοσφαίρου οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους συμφέροντα».
Για τον υποβιβασμό του Ηρακλή το 2011 σε αντίθεση με άλλες ομάδες με αντίστοιχα παραπτώματα: «Μην ανοίξουμε το θέμα του υποβιβασμού γιατί εκεί άλλαξε ο νόμος για να μην επέλθει ο υποβιβασμός. Το θέμα στη χώρα μας έχει ξεφύγει. Δεν συμβαίνει με την ίδια ένταση στον υπόλοιπο κόσμο, δεν είναι το ίδιο στην Αγγλία ή στη Γερμανία χωρίς να σημαίνει ότι κι εκεί δεν υπάρχει ο νόμος του ισχυρού και κάποιες ομάδες μπορούν και επιβάλλονται περισσότερο. Στην Ελλάδα είναι και η κοινωνική αντίληψη ότι ο καθένας είτε πολιτικά είτε ποδοσφαιρικά είτε επαγγελματικά, κοιτάζει και αρέσκεται να πηγαίνει με τον ισχυρό. Και αλίμονο σε αυτούς είτε από ιδεολογία είτε από λόγους, τοπικούς, συναισθηματικούς, προσωπικούς, οικογενειακούς πηγαίνουν με τον αδύναμο. Αυτή είναι η πραγματικότητα, το βλέπουμε και στα κόμματα στην πολιτική, στην καθημερινότητά μας, στις δουλειές μας και πολύ περισσότερο στο ποδόσφαιρο όπου υπάρχει στυγνός επαγγελματισμός. Έχουμε ξεφύγει από τον παλιό ρομαντισμό του ποδοσφαίρου και την προαγωγή του που όλοι μιλούν για αυτό αλλά κάνουν τα ακριβώς αντίθετα».
Για την αποκάλυψη της εκπομπής για τη δολοφονία του αστυνομικού στο Ρέντη: «Πώς είναι δυνατόν να μαζεύονται 100, 200, 500 δικογραφίες σωρηδόν μετά από ένα περιστατικό το οποίο συγκλονίζει την κοινή γνώμη ενώ μέχρι τότε δεν υπήρχε ανάλογη δραστηριότητα. Όλα αυτά είναι μέσα στο πολιτικό παιχνίδι, βέβαια όλοι κρίνονται εκ του αποτελέσματος διότι το θέμα είναι το αποτέλεσμα που θα έχει μια έρευνα. Να δεχτώ και το επικοινωνιακό σκέλος στην υπόθεση, η πολιτική λειτουργεί και με κανόνες επικοινωνίας που μέχρι ένα σημείο είναι θεμιτή. Το θέμα όμως είναι το αποτέλεσμα. Θα σας πω ένα άλλο περιστατικό στη δολοφονία Καμπανού. Έπρεπε να δολοφονηθεί με αυτόν τον τρόπο ένα νέο παιδί ούτως ώστε να πάει το επόμενο πρωί η Αστυνομία και να ανοίξει γιάφκες με οπλισμό οργανωμένων οπαδών. Αυτά όλα δεν τα ήξεραν πριν; Έπρεπε να χαθεί ένα νέο παιδί για να κάνει η Αστυνομία αυτό που έπρεπε να κάνει πρωτύτερα και να είχε προλάβει αυτό το περιστατικό. Το θέμα δεν είναι μόνο η Αστυνομία, ούτε μόνο οι πολιτικοί αλλά όλο το σύστημα. Γιατί οι πολιτικοί ή η Αστυνομία ή οι ιθύνοντες καλύπτουν αυτά τα περιστατικά και τα εμφανίζουνε με όρους επικοινωνιακούς μετά από ένα συμβάν το οποίο συνταράσσει την κοινή γνώμη και θα πρέπει να φανεί ότι κάτι κάνουν».
Για το ότι ο καθένας μπορεί να πάει στο Πρωτοδικείο και να ιδρύσει μία λέσχη: «Υπάρχουν ζητήματα πάνω σε αυτό το θέμα. Υπάρχει σημαντικό θέμα γιατί πρέπει να γίνει σαφές πως υπάρχουν διακριτές νομικές προσωπικότητες μεταξύ ΠΑΕ, ΚΑΕ και Ερασιτέχνη. Η ΠΑΕ είναι ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρία, έχει το δικό της καταστατικό και όργανα και λειτουργεί με τον δικό της τρόπο. Η ΚΑΕ το ίδιο, οι Ερασιτέχνες είναι σωματεία και λειτουργούν με σωματειακή μορφή. Το ότι υπάρχει αντικειμενική ευθύνη την οποία δεχόμαστε, η έννομη τάξη δέχεται μέχρι ένα σημείο ότι τιμωρείται η ομάδα για τα έκτροπα που προκαλούν οι οπαδοί. Όμως να τιμωρείται μια άλλη ανώνυμη εταιρία, έστω κι αν έχει την ίδια ονομασία, για τα επεισόδια που προκαλούν οι οπαδοί της άλλης ανώνυμης εταιρίας ή του Ερασιτέχνη, εκεί υπάρχουν ζητήματα. Υπάρχει θέμα και με την αρχή της ισότητας και με την αρχή της αναλογικότητας. Μπορεί να μείνει η τιμωρία στην ομάδα της οποίας οι οπαδοί έχουν προκαλέσει τα επεισόδια. Να δούμε και ένα περιστατικό με το κλείσιμο των γηπέδων αυτό το δίμηνο. Συζητούνταν ότι μπορεί να έκλειναν τα γήπεδα και στο μπάσκετ και στη Super League 2. Και βγήκε ο πρόεδρος της ΚΑΕ Παναθηναϊκός και είπε “έχω λάβει τα μέτρα μου, δεν γίνεται το παραμικρό στα παιχνίδια που παίζει ο Παναθηναϊκός είτε εκτός είτε εντός έδρας, μη διανοηθείτε να πάτε αυτό το μέτρο και στο μπάσκετ”. Όπως και έγινε, δεν γίνεται κανένα έκτροπο στο μπάσκετ».
Για το ότι αυτό το οριζόντιο μέτρο του κλεισίματος των γηπέδων προκαλεί και τιμωρία ανυπαίτιων ομάδων: «Όντως, γιατί ο πέλεκυς πέφτει επί δικαίων και αδίκων. Και αυτό έχει ζητήματα και ως προς το ότι αντιμετωπίζονται άδικα κάποιες ομάδες σε σχέση με άλλες αλλά ενέχει και θέματα συνταγματικότητας υπό την έννοια της τήρησης της αρχής της ισότητας».
Τι θα γίνει αν κάποια ομάδα προσφύγει στο Διοικητικό Εφετείο: «Ενδεχομένως να έχει προσφύγει κάποια ομάδα. Θα εκδικαστεί μετά από 1-2 χρόνια. Θα μπορούσε με αίτηση ακυρώσεως να ζητήσει να κάνει αίτηση αναστολής και με προσωρινή διαταγή να ζητήσει άμεσα να μην ισχύσει η Κοινή Υπουργική Απόφαση. Θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο για τον δικαστή που θα δίκαζε, να δώσει προσωρινή διαταγή. Το μόνο που μπορεί να γίνει με την αίτηση ακυρώσεως κατά της Κοινής Υπουργικής Απόφασης, είναι οι ομάδες να πάρουν κάποια αποζημίωση, υπό την έννοια ότι υπάρχει αστική ευθύνη του Δημοσίου για τα διαφυγόντα κέρδη που έχουν από το κλείσιμο των γηπέδων αυτούς τους δύο μήνες».