Στη «Δίκη στο Open» φιλοξενήθηκε ο προπονητής Γιώργος Κούτσης και μίλησε για το φετινό πρωτάθλημα, τη διαιτησία, τι έφταιξε στον ΠΑΟΚ αυτή τη σεζόν και τον τελικό του Κυπέλλου.
Για τη φετινή ΑΕΚ: «Η ΑΕΚ είχε ελκυστική εικόνα, μια υπέρμετρη διάθεση και ιδιαίτερα στην εδρα της της έδινε την ώθηση και «τσαλάκωνε» και έπνιγε τους αντιπάλους της, ήταν ένας υπέρμετρος ενθουσιασμός και αυτόν τον έβγαζαν στα περισσότερα παιχνίδια. Είχαμε πολλά χρόνια να δούμε την ΑΕΚ να παίζει κυριαρχικό ποδόσφαιρο, να έχει αυτή τη διάθεση, να είναι η εικόνα της εντυπωσιακή. Εύχομαι και την επόμενη χρονιά να παρουσιάσει το ίδιο σύνολο ώστε να κυνηγήσει ένα δεύτερο συνεχόμενο πρωτάθλημα».
Για το ότι δεν αποθάρρυνε την ΑΕΚ ότι έμεινε πίσω 12 βαθμούς από τον Παναθηναϊκό: «Εκεί φαίνονται οι μεγάλες ομάδες, ότι δεν εγκαταλείπουν, όσες πιθανότητες έχουν θα τις διεκδικήσουν μέχρι τέλους. Αυτό σημαίνει ότι πραγματικά πήραν επάξια το Πρωτάθλημα. Πίστεψαν στη εικόνα τους, το ποιοτικό ρόστερ, την νέα έδρα. Εκτιμώ ότι δεν τα παράτησαν και αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στους ανθρώπους της».
Για τον Αλμέιδα: «Έδωσε το στίγμα του, είδαμε κάτι καινούργιο. Ίσως είναι η μονή ομάδα που είχε αυτό το forechecking, να πιέζει πάρα πολύ ψηλά, να πνίγει τον αντίπαλο της στο δικό του αμυντικό τρίτο, είχαμε καιρό να δούμε τέτοιο μοντέλο παιχνιδιού. Και το βάθος του ρόστερ της έδωσε πόντους, το να κάνεις αντικατάσταση παίκτη που τραυματίστηκε και να βάζεις άλλον που είναι ίσως και καλύτερος ή να έχει τους κατάλληλους παίκτες για κάθε παιχνίδι, είχε πάρα πολλές επιλογές. Αν εξαιρέσω στην αρχή που ο Αλμέιδα μέχρι να εγκλιματιστεί του πήρε λίγο χρόνο άλλα μόλις συνειδητοποίησε την κατάσταση και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, θεωρώ ότι το εισέπραξαν και το έβγαλαν οι παίκτες στον αγωνιστικό χώρο».
Για την τοξικότητα: «Δυστυχώς στο πιο συναρπαστικό πρωτάθλημα των τελευταίων ετών υπήρχαν πολλά προβλήματα, καμία ανοχή στο λάθος, υποψίες, πάρα πολλά σενάρια, επιθέσεις σε διαιτητές. Ίσως να είναι καλυτέρα να το παίρνει μια ομάδα με 20 βαθμούς διαφορά και να μην έχουμε αυτά».
Για το ότι ο ΠΑΟΚ υποχώρησε στα πλέι οφ: «Θεωρώ ένα μεγάλο λάθος ότι δεν είχε ξεκάθαρο στόχο, αν θα πάνε για πρωτάθλημα. Έκανε έναν καλό Ιανουάριο, πάμε για Πρωτάθλημα, δεν μας κάθονται 2-3 παιχνίδια, πάμε να χτίσουμε ομάδα για του χρόνου. Αυτό έκανε κακό στον ΠΑΟΚ, δεν είχε ξεκάθαρο στόχο τι θέλει να κάνει. Η απόδοσή του δεν είχε σταθερότητα. Είχε ένα διάστημα που ήταν πάρα πολύ καλός στα ντέρμπι, μετά κάποια αποτελέσματα με υποδεέστερες ομάδες του κόστισαν».
Αν ο ΠΑΟΚ είναι όντως σε περίοδο προσαρμογής με τα νέα παιδιά που μπαίνουν στην ομάδα: «Αν ήταν αυτός ο στόχος τότε όντως είναι ένα μεταβατικό στάδιο για τον ΠΑΟΚ. Θα πρέπει να υπάρξει υπομονή, να υπάρξουν πιο κατάλληλες επιλογές στους ποδοσφαιριστές, να γίνει επαναπροσδιορισμός, και αξιολογώντας του παίκτες που θα πάρουν να ξεκαθαρίσουν ποιος είναι ο στόχος. Για μένα ο ΠΑΟΚ πρέπει να διεκδικεί το Πρωτάθλημα και μόνο. Υπάρχει και το Κύπελλο αλλά αν δεν το κατακτήσει μπορεί η χρονιά να μείνει κάπως στιγματισμένη για τον ΠΑΟΚ του Σαββίδη. Επομένως πρέπει να κατακτήσει το Κύπελλο για να πει ότι πήρε κάτι παρά τη μέτρια πορεία του. Επίσης το κύπελλο οδηγεί στο Europa League, κάτι που είναι πολύ σημαντικό».
Για το ότι μπορεί να κάνουν κουμάντο οι διαιτητές του VAR από αυτούς που είναι στο χορτάρι: «Έτσι φαίνεται. Να πω ότι κι εγώ έχω αδικηθεί σαν ποδοσφαιριστής, αδικούμαι και σαν προπονητής γιατί όλες αυτές οι αποφάσεις δυστυχώς πληγώνουν το ποδόσφαιρο, πρέπει να σταματήσει αυτό εάν θέλουμε να επιστρέψει ο κόσμος και να υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον κι από την κοινωνία μας. Τώρα μιλάμε για ελληνικό ποδόσφαιρο που το 90% του ρόστερ των μεγάλων ομάδων απαρτίζεται από ξένους ποδοσφαιριστές, υπάρχουν ξένοι προπονητές, μας παίζουν ξένοι διαιτητές. Και το δεύτερο πιο σημαντικό είναι ότι ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο η Super League 1. Το ποδόσφαιρο είναι και στις άλλες κατηγορίες, στη Super League 2, στη Γ’ Εθνική οι οποίοι και αυτοί ψηφίζουν. Κι εκεί είναι ποδόσφαιρο, δεν είναι μόνο οι 4-5 μεγάλες ομάδες που υπάρχουν στην Ελλάδα. Υπάρχουν πόλεις με ιστορικές ομάδες με διαδρομή στο ελληνικό ποδόσφαιρο και προσπαθούν και αυτές σιγά-σιγά να βρουν τα βήματά τους και να μπορέσουν κάποιες ιστορικές ομάδες να ξαναβρεθούν στην Α’ Εθνική. Με τη σειρά τους εκείνες οι ομάδες ή κάποιες άλλες προσπαθούν να μπουν σε κάποιο «άρμα», να έχουν μια καλύτερη συμπεριφορά από τους διαιτητές επομένως όλο αυτό από όπου και να το πιάσεις, βρωμάει. Είναι η πραγματικότητα, πρέπει να τη δούμε κατάματα. Για μένα το ποδόσφαιρο είναι μία κοινωνική εκδήλωση που επαναλαμβάνεται τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα από την πρωτεύουσα μέχρι το τελευταίο χωριό του πλανήτη, όχι της Ελλάδας. Είναι μία γιορτή και αυτή η γιορτή τείνει κάποιες φορές να βαφτίζεται και εγκληματική ενέργεια. Φοβάσαι να πας στο γήπεδο μη σου έρθει καμιά πέτρα, καμιά κροτίδα, έδρες οι οποίες έχουν καμιά 2000 κόσμο και τις φυλάνε τρεις αστυνομικοί. Έχουμε δει και τέτοια περιστατικά».
Αν η αδικία που έζησε ήταν γιατί οι διαιτητές φοβόντουσαν ή ήταν ευάλωτοι ή υπήρχε διαφθορά: «Ενδεχομένως, όλα αυτά. Θεωρώ πως έχουν γίνει τέτοια πράγματα, δεν μπορώ να το αποδείξω, δεν μπορώ να πω ότι ήμουν μπροστά. Αλλά εκτιμώ ότι από μια διαιτητική συμπεριφορά μπορείς να σκεφτείς τα πάντα. Τον εκβιάσανε, τον δωροδοκήσανε, τον απειλήσανε; Δεν ξέρεις τι μπορεί να βάλεις στο μυαλό σου. Αλλά όταν βλέπεις μία συμπεριφορά αδικίας σε μία ομάδα προς μία άλλη, σίγουρα θα περάσουν αυτές οι σκέψεις από το μυαλό σου».
Αν μπορεί να γίνει ο τελικός με Έλληνα διαιτητή: «Ναι, να είναι Έλληνας. Ενδεχομένως να είναι και ένα στοίχημα για τους Έλληνες διαιτητές να έχει καλή παρουσία, να προσπαθήσει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός τελικού. Και να σταματήσουν και οι ξένοι. Γινόμαστε και ρεζίλι».