Στη «Δίκη στο Open» φιλοξενήθηκε ο Γιούρκας Σεϊταρίδης και μίλησε για το φετινό πρωτάθλημα και τη γενικότερη κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Για την ΑΕΚ και την κατάκτηση του Πρωταθλήματος: «η ΑΕΚ έπαιξε το πιο καλό ποδόσφαιρο από την αρχή της σεζόν. Είτε έπαιρνε το πρωτάθλημα ο Παναθηναϊκός είτε η ΑΕΚ θα το άξιζαν και οι δύο στο 100%. Φάνηκε ότι η ΑΕΚ είχε μεγαλύτερη διάρκεια γιατί για να βγεις πρωταθλητής θέλεις διάρκεια μέχρι το τελευταίο παιχνίδι έτσι όπως εξελίχτηκε το Πρωτάθλημα. Το κλειδί ήταν η σταθερότητα γιατί και ο ΠΑΟΚ έπαιξε ωραίο ποδόσφαιρο αλλά δεν είχε αυτή τη σταθερότητα της ΑΕΚ».
Για τον Παναθηναϊκό: «Ο Παναθηναϊκός δε θα πω ότι έπαιζε άσχημα αλλά δεν έπαιζε τόσο θεαματικά όπως η ΑΕΚ. Είχε έναν συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού με βάση τους παίκτες που είχε στη διάθεσή του ο προπονητής και δεν ήθελε να το αλλάξει. Αυτό το στιλ παιχνιδιού μπορεί και να αρέσει σε κάποιους, ενώ κάποιους άλλους όχι. Θα μπορούσε να πάρει το πρωτάθλημα, όποια ομάδα και να το σήκωνε θα το άξιζε. Ο Παναθηναϊκός δεν είχε και το βάθος που είχε η ΑΕΚ. Στο τέλος χτύπησαν ο Αραούχο και ο Λιβάι Γκαρσία και η ΑΕΚ αντέδρασε σαν να μην είχε καμία έλλειψη. Φέτος έπαιξε το πιο ωραίο ποδόσφαιρο από την αρχή μέχρι το τέλος. Εν μέρει παίζει σημαντικό ρόλο και το γήπεδο γιατί έχουν ένα καινούριο φανταστικό γήπεδο. Αλλά η ομάδα δεν παίζει καλή μπάλα λόγω γηπέδου αλλά γιατί έχει έναν καλό προπονητή και παίκτες και γίνεται σωστή δουλειά. Είναι ένα πολύ ωραίο γήπεδο με καυτή ατμόσφαιρα και τους ανέβασε ψυχολογικά, το να παίζεις σε τέτοιο γήπεδο είναι ένα πλεονέκτημα. Ελπίζω και ο Παναθηναϊκός να έχει ένα τέτοιο γήπεδο τα επόμενα χρόνια».
Αν ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να νιώθει αδικημένος στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό λόγω των κρουσμάτων του κορωνοϊού: «Θα μπορούσα να πω πως ναι. Δεν το θέτω ως πρώην παίκτης η οπαδός του Παναθηναϊκού αλλά σαν άνθρωπος του ποδασφαίρου. Από τη στιγμή που είχε τόσα κρούσματα ο Παναθηναϊκός πιστεύω θα έπρεπε να του δώσουν κάποιες μέρες περιθώριο ώστε να επανέλθουν όλοι οι παίκτες του στο 100%. Γιατί ήταν ένα ματς που παιζόταν ο τίτλος και θεωρώ ότι θα ήταν σωστό, όποια κι αν ήταν η ομάδα, να πάρει τον απαιτούμενο χρόνο ώστε να επανέλθουν στο 100%».
Πώς αισθάνεται ένας ποδοσφαιριστής να παίζει κόντρα στην ομάδα που αγάπα: «Δεν μπορώ να απαντήσω από προσωπική εμπειρία αλλά σαν αθλητής και σαν επαγγελματίας πιστεύω ότι οποιοσδήποτε θα έπαιζε για την ομάδα της φανέλας που φορά εκείνη τη στιγμή. Σέβεσαι τα χρήματα που βγάζεις από αυτή την ομάδα, τους συμπαίκτες σου, τον κόσμο και την ιστορία της ομάδας οπότε δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποια άλλη επιλογή».
Για την κακή πορεία του ΠΑΟΚ στα πλέι οφ: «Μια ομάδα όταν θέλει να διακριθεί και έχει υψηλούς στόχους πρέπει να έχει μία σταθερότητα. Ο ΠΑΟΚ μου άρεσε σαν ομάδα, παίζει πολύ ωραίο ποδόσφαιρο, έχει συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού αλλά δεν είχε τη σταθερότητα. Το γιατί παρουσιάστηκε έτσι στα πλέι οφ δεν το ξέρω. Το ξέρουν οι παίκτες, ο προπονητής, ο γυμναστής, αυτοί που είναι στα αποδυτήρια. Το γιατί δεν έχει μαθευτεί είναι κάλο γιατί μια ομάδα κρατάει ό,τι γίνεται στα αποδυτήρια και δεν τα βγάζει προς τα έξω».
Αν το Πρωτάθλημα ήταν το πιο ανταγωνιστικό των τελευταίων ετών: «Όσα χρόνια βλέπω ποδόσφαιρο, είναι η πρώτη φορά που είδα τέσσερις ομάδες να παλεύουν για τον τίτλο μέχρι το τέλος. Αυτό είναι πάρα πολύ καλό για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Πιστεύω θα είναι ανάλογα και ίσως καλύτερα και του χρόνου. Γιατί η ΑΕΚ θα πρέπει να διατηρήσει τον τίτλο γιατί είναι πρωταθλήτρια, ο Παναθηναϊκός έδειξε πλέον ότι μετά από πολύ καιρό μπορεί και αυτός να διεκδικήσει τίτλο. Ο Ολυμπιακός, επίσης λόγω ιστορίας, είναι υποχρεωμένος να διεκδικεί τίτλο γιατί φέτος δεν ήταν αυτός που όλοι γνωρίζουμε. Άλλαξε και πολλούς προπονητές και πολλούς παίκτες. Πρώτη φορά είδαμε να παίζουν 50 παίκτες σε μία χρονιά και αυτό μου θύμισε την Εθνική με τον κ. Σκίμπε που πρέπει εκείνη την περίοδο να είχαμε 60-80 διεθνείς ποδοσφαιριστές».
Για το ότι η ανταγωνιστικότητα δεν νίκησε την τοξικότητα: «Θα συμφωνήσω αλλά θεωρώ ότι δεν έχει σχέση το ένα με το άλλο. Όταν κατακτήσαμε το Euro μας ρωτούσανε γιατί δεν άλλαξε κάτι στο ελληνικό Πρωτάθλημα και τους είπα ότι δεν έχει σχέση το ελληνικό με το ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Κατά τη διάρκεια των πλέι οφ έμπαινα σε διάφορα σάιτ να ενημερωθώ κατά τη διάρκεια του αγώνα ή μετά το παιχνίδι για να ενημερωθώ και αντί να διαβάζω άρθρα που να αφορούν τις ομάδες, τον αγώνα, τους παίκτες, διάβασα μόνο για τους διαιτητές, ανακοινώσεις η μία ομάδα για την άλλη, η άλλη ομάδα ανακοίνωση για την ΕΠΟ, αυτό είναι πραγματικά λυπηρό δηλαδή βλέπει η Ελλάδα το Πρωτάθλημα και το μόνο που ασχολούνται όλοι είναι η ΕΠΟ και οι διαιτητές».
Για το περιβόητο παιχνίδι στη Ριζούπολη: «Στη Ριζούπολη ήταν το αποκορύφωμα. Είχαμε βιώσει άσχημες διαιτησίες αλλά εκεί δεν ήταν μόνο διαιτησία, ξέφυγε το πράγμα, δεν ήταν αγώνας ποδοσφαίρου. Είναι μια ιστορία που όλοι ξέρουν τι έγινε στο περίπου. Από την ώρα που έφτασε το πούλμαν μέχρι που φύγαμε, όλα έγιναν στραβά κι ανάποδα. Για μένα αυτό το παιχνίδι δεν έπρεπε να γίνει. Πολλοί είπαν δεν έπρεπε να παίξετε αλλά εμείς σαν ποδοσφαιριστές δεν μπορούσαμε να πάρουμε μια τέτοια απόφαση. Η διοίκηση μας είπε «παίξτε». Μετά ήρθε και ο κ. Φιλιππίδης στην Παιανία και μας «έβαλε και χέρι», με την «περίφημη» φράση «παίξατε σαν κότες». Μετά βέβαια αυτές οι κότες σήκωσαν ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Ο τεράστιος Βαζέχα του είπε στα αποδυτήρια «εμείς ήμασταν εκεί και παίζαμε, εσύ που ήσουν;». Εμείς είχαμε πάει με αρχηγό αποστολής την Αμαλία Κυπαρίσση που έβαλε τα κλάματα με αυτά που συμβαίνανε. Σίγουρα φοβηθήκαμε όπως και να έχει, κάποιοι ποδοσφαιριστές μπόρεσαν να τα αντιμετωπίσουν αλλά στον αγώνα όταν βγήκαμε μια φωτοβολίδα πέτυχε στην πλάτη εμένα και τον Νικοπολίδη. Όταν στον αγώνα σε σημαδεύει μια φωτοβολίδα δεν μπορείς να αποδώσεις. Με ένα μάτι κοιτούσα στην κερκίδα και με τ' άλλο στον αγώνα να δω τι θα κάνω. Αυτό που έγινε τότε δεν τιμά το ελληνικό ποδόσφαιρο ούτε και τον Ολυμπιακό που είναι μια μεγάλη ομάδα με ιστορία και βαριά φανέλα και αυτό τη μικραίνει, όποια ομάδα και να το έκανε. Αυτά δε χωράνε στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό. Δυστυχώς γίνεται συνήθεια δεν θα μπει κάποιος να σε χτυπήσει. Και στη Λεωφόρο ένας καφές είχε χτυπήσει στο πρόσωπο τον Πατσατζόγλου. Υπάρχουν νόμοι αλλά δεν εφαρμόζεται. Στο ΟΑΚΑ έγινε τελικός υπήρχαν κάμερες, είναι τόσο δύσκολο να τιμωρήσεις κάποιον που πέταξε κάτι μέσα στο γήπεδο; Πρέπει κάποια στιγμή οι μεγάλοι να κάτσουν κάτω για να κάνουμε ξανά το ελληνικό πρωτάθλημα ελκυστικό.».
Για την προσπάθεια των διεθνών του Euro 2004 να μπουν στην ΕΠΟ: «Κάναμε μία προσπάθεια και δεχτήκαμε με χαρά με τον Θοδωρή να βάλουμε ένα λιθαράκι για να βελτιωθεί το ποδόσφαιρο. Αλλά κάποια παιδιά επέλεξαν να συνεχίσουν. Εγώ επειδή μίλησα με κάποια άτομα και έβλεπα τι γινότανε, θεώρησα σωστό να αποχωρήσω γιατί ήξερα ότι δε θα εκλεγούμε ό,τι και να γίνει. Οπότε γιατί να πας κάπου όπου ξέρεις από την αρχή ότι θα χάσεις. Με στεναχώρησε πολύ το ότι δε γίνεται να έχεις έναν Χαριστέα που έπαιξε στην Ευρώπη με τρομερές παραστάσεις και μη βάζεις αυτόν τον άνθρωπο να δουλέψει για το ποδόσφαιρο. Ασχολείται με τα κοινά και θα βοηθούσε και το ποδόσφαιρο. Θεωρώ λογικό ότι έφυγε ο Θοδωρής, δεν μπορούσε να μείνει. Όταν είσαι σε ένα μέρος όπου δεν έχεις την πλειοψηφία και βλέπεις ότι δεν υπάρχει θέληση για βοήθεια, δεν υπάρχει λόγος να κάθεσαι».
Αν η αδικία που έζησε ήταν γιατί οι διαιτητές φοβόντουσαν ή ήταν ευάλωτοι ή υπήρχε διαφθορά: «Πιστεύω ότι μπορεί να είναι όλα μαζί. Υπάρχουν μέτριοι, κακοί και κορυφαίοι. Έχει να κάνει με αντίληψη, ικανότητες, ταλέντο, σκληρή δουλειά. Σαν αθλητή δε θα με ενοχλούσε η ανικανότητα γιατί ξέρω ότι δεν το κάνει εσκεμμένα. Θα υπάρχουν και όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες αλλά μόνο ο διαιτητής γνωρίζει μέσα του γιατί θα προμοτάρει μια ομάδα και θα αδικήσει την άλλη. Εμείς σαν εξωτερικοί παράγοντες δεν μπορεί να το ξέρουμε αυτό, ούτε οι ποδοσφαιριστές».
Για την έλευση ξένων διαιτητών και αν έδωσαν δικαιώματα και οι Έλληνες διαιτητές: «Νομίζω ότι φταίμε όλοι μας, γιατί πιστεύω ότι δεν φταίει μόνο ένας. Αλλά δεν μπορώ να πω και ότι οι Έλληνες διαιτητές δεν έχουν δώσει δικαιώματα. Το έχω ζήσει στο πετσί μου για χρόνια, έχω συνυπάρξει μαζί τους στους αγωνιστικούς χώρους. Θεωρώ ότι έχω αδικηθεί και η ομάδα όπυ βρισκόμουν. Χωρίς να θέλω να πω ότι δεν υπήρχαν κι άλλες ομάδες που αδικήθηκαν κάποιες άλλες χρονιές, δεν είμαστε μόνο εμείς οι αδικημένοι. Ο Παναθηναϊκός το βίωσε λίγο παραπάνω και μιλάω για την εποχή που έπαιζα εγώ ποδόσφαιρο. Ο κ. Σπανέας είπε ότι η διαφορά από τους ξένους και τους Έλληνες είναι ότι όταν δίνει φάουλ ο Έλληνας είναι επιλήψιμο ενώ όταν το δίνει ο ξένος δεν έγινε κάτι. Σαν ποδοσφαιριστής ξέρεις ότι ο ξένος θα κάνει λάθος, είναι άνθρωπος, αλλά ξέρεις ότι δεν το κάνει εσκεμμένα. Ενώ όταν ο Έλληνας διαιτητής το κάνει 1,2,3, 13 φορές, πλέον δεν είναι ανθρώπινο λάθος. Και αυτό σας το λέω γιατί το έχω ζήσει κατά τη διάρκεια του 90λεπτου. Ένιωθα τη σκοπιμότητα και την αδικία. Δηλαδή θα μπορούσε να βγάλει πολλές φορές δεύτερη κίτρινη κάρτα σε έναν αντίπαλο και να έκανα εγώ ένα φάουλ, να τον ακουμπούσα και να μου έβγαζε κίτρινη. Θυμάμαι έναν αντίπαλο μου που ο διαιτητής θα μπορούσε να τον βγάλει 2 και 3 φορές με κίτρινη κάρτα. Και πήγε ο Μπασινάς, πολύ ευγενικά, να διαμαρτυρηθεί επειδή ήταν αρχηγός και του έβγαλε κίτρινη κάρτα. Έχουν δώσει δικαιώματα οι Έλληνες διαιτητές αλλά δεν φταίνε μόνο αυτοί. Έχουμε δει ξυλοδαρμούς, να τους καίνε τα αυτοκίνητα, να τους καίνε τα μαγαζιά και είναι και αυτοί άνθρωποι. Όταν κάποιος τον απειλεί και φοβάται για τη ζωή του, την οικογένειά του, είναι και ο διαιτητής άνθρωπος. Για την επαγγελματική διαιτησία είμαι υπέρ, ας παίρνουν τα χρήματα που πρέπει για να μην τους δελεάζουν. Διάβασα πρόσφατα σε ένα σάιτ ότι είναι πιθανόν να γίνουν τα υπόλοιπα ματς με Έλληνες διαιτητες. Αυτό με έκανε να ντραπώ. Λες και είμαστε οι τελευταίοι».
Για το τι έκαναν η πολιτεία και ο κ. Αυγενάκης για το θέμα της διαιτησίας: «Ξύλινο λόγο δεν έχω γιατί δεν είμαι πολιτικός. Απλώς είμαι ένας άνθρωπος του αθλητισμού που ασχολήθηκε με την πολιτική για να βοηθήσει τον αθλητισμό. Και το κάνω επί 4 χρόνια με τον κ. Μπακογιάννη στον δήμο της Αθήνας και αν όλα πάνε καλά θα το κάνω και στα Γιάννενα που είναι και ο τόπος που μεγάλωσα και αγαπώ. Δεν έχουμε κάνει κουβέντα για το θέμα της διαιτησία ούτε με κάποιον πολιτικό παράγοντα ούτε με τον κ. Αυγενάκη. Αλλά πριν μιλήσω για τον κ. Αυγενάκη για του πω τι, πώς και γιατί, θεωρώ ότι πρώτα πρέπει η ίδια η ΕΠΟ να βάλει τα πράγματα σε τάξη και μετά να μιλήσει μαζί του. Είναι υφυπουργός αλλά έχει να ασχοληθεί και με άλλα αθλήματα. Δεν είναι μόνο η Α’ Εθνική, είναι και οι άλλες κατηγορίες και το ερασιτεχνικό. Πρέπει πρώτα να βάλει τάξη η ΕΠΟ και μετά να δει τι δεν πάει καλά και μετά να μιλήσει μαζί του ώστε να βοηθήσει και αυτός αν μπορεί».
Για το θέμα με τον τελικό του γηπέδου: «Δεν ηταν ευχάριστο. Ο τελικός θεωρείται γιορτή του ποδόσφαιρου, πιστεύω είναι ό,τι χειρότερο να μην μπορούμε να διοργανώσουμε ένα τέτοιο παιχνίδι και να το κάνουμε κεκλεισμένων των θυρών. Στην Ισπανία οι φίλοι των δύο ομάδων ήταν δίπλα-δίπλα και πανηγύριζαν και εδώ σκεφτόμαστε αν θα πάνε φίλαθλοι κάτω των 13 ή των 15 ετών ή δεν πάει κανείς. Αυτό δεν είναι τελικός Κυπέλλου. Ο τελικός είναι μια γιορτή και μετά έπονται όλα τα υπόλοιπα περί οργάνωσης, νοοτροπίας και εφαρμογής των νόμων».
Για τον τελικό και τον διαιτητή: «Όσον αφορά τον τελικό, πιστεύω ότι το VAR στην Ελλάδα έχει κάνει πάρα πολύ καλό για τα αποτελέσματα, έχει βοηθήσει πάρα πολύ το ελληνικό πρωτάθλημα. Μπορεί να γίνει το παιχνίδι με Έλληνα διαιτητή από τη στιγμή που υπάρχει το VAR και μπορεί να γίνει και ένα πολύ καλό παιχνίδι. Εγώ δεν είχα προλάβει το VAR, τώρα έχουν βελτιωθεί πολύ τα πράγματα. Αν και αφαιρεί ένα μεγάλο μέρος του συναισθήματος. Μπαίνει ένα γκολ και ο ποδοσφαιριστής περιμένει πόση ώρα μέχρι να πανηγυρίσει. Η σε άλλες φάσεις μπορεί να προεξέχει το χέρι του επιθετικού και να δίνεται οφσάιντ μέσω VAR. Αν τα βάλεις όμως κάτω και τα ζυγίσεις, το VAR έχει προσφέρει περισσότερα θετικά από αρνητικά»