(Απόσπασμα της συνέντευξης του Γιάννη Λογοθέτη στον Κώστα Μπλιάτκα για το βιβλίο του τελευταίου ‘’Γιώργος Κούδας : Της ζωής μου το παιχνίδι’’).
Θυμάται τις μεταδόσεις ποδοσφαιρικών αγώνων, στις οποίες δέσποσε με τη γλαφυρότητα και την ελληνομάθειά του και το κλίμα της εποχής της μπελ επόκ του ποδοσφαίρου της Θεσσαλονίκης
Στις μεταδόσεις σας είναι γνωστό ότι υπήρξατε γλαφυρός. Με πλούσιο γλωσσικό οπλοστάσιο. Με λογοτεχνικές αναφορές. Είχατε κάποιο πρότυπο;
Όχι. Ένιωθα όμως την ανάγκη να είμαι ευχάριστος στους ακροατές, αλλά και να είμαι ο εαυτός μου την ώρα της περιγραφής του αγώνα. Άφηνα τις όποιες επιρροές έξω.
Αξέχαστες θα μείνουν εκφράσεις κατά την περιγραφή, όπως λ.χ. «ο μικρός το δέμας Παρίδης», «ο χαλκέντερος Φουντουκίδης» κ.λπ. Όλα αυτά δεν ακούγονται πια. Είναι η τηλεόραση που μπήκε στη ζωή μας και αφαίρεσε τη ραδιοφωνική, παλιά μαγεία της περιγραφής του ματς;
Φοβάμαι ότι δεν φταίει η τηλεόραση, αλλά η εποχή μας η ίδια, που μας έχει στεγνώσει από κάθε τέτοια ευαισθησία. Αναρωτιέμαι πράγματι καμιά φορά πώς θα αντιδρούσε σήμερα η νεολαία ακούγοντας μια παλιά μου περιγραφή, με όλα αυτά τα εκφραστικά στοιχεία που θυμηθήκατε. Πιθανότατα θα ξεσπούσαν σε γέλια και θα έλεγαν: «Ακούσατε αυτόν τον γραφικό που βγήκε στο ραδιόφωνο;»
Αν συναντούσα έναν Υπουργό Παιδείας –και σκόπευα να το πω στον Ευθυμίου που γνωριζόμαστε– θα τον προέτρεπα να εισάγει την ελληνική γλώσσα ως …ξένη στα σχολεία μας. Όπως βάζουμε τα Αγγλικά, να βάλουμε και τα Ελληνικά!
Όταν πηγαίνατε στο γήπεδο, για να περιγράψετε το ματς, ετοιμάζατε από πριν κάποιο πλάνο;
Ναι, προετοιμαζόμουν όσο πιο καλά μπορούσα. Διάβαζα για τις ομάδες. Μάθαινα αγωνιστικές λεπτομέρειες. Ταυτοχρόνως απέφευγα να φάω παγωτό ή να δοκιμάσω κάτι πολύ κρύο, το οποίο θα μου δημιουργούσε πρόβλημα στο λαιμό. Τι χρωστούσε, άλλωστε, ο ακροατής;
Έπαιρνα εγκαίρως τις συνθέσεις των ομάδων και δεν επέτρεπα στον εαυτό μου να ξεκινήσει την περιγραφή «αδιάβαστος». Φρόντιζα να κάνω τεστ με το στούντιο και δύο και τρεις φορές, για να βεβαιωθούμε όλοι ότι οι γραμμές και τα μικρόφωνα λειτουργούν σωστά. Γι’ αυτό και σε όλη μου τη διαδρομή δεν υπήρξαν παρατράγουδα. Συνοδευόμουν βέβαια και από άριστους τεχνικούς, στους οποίους εκφράζω, με την ευκαιρία αυτή, την ευγνωμοσύνη μου.
Τα λέω αυτά, διότι με ενοχλούσε η προχειρότητα κάποιων συναδέλφων. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στο ματς του Γουέμπλεϊ, Παναθηναϊκός-Άγιαξ, που ένας Αθηναίος συνάδελφος ήρθε σε μένα αγχωμένος και μου ζήτησε τις συνθέσεις των ομάδων, ενώ είχαμε φτάσει αισίως στο …δέκατο λεπτό του αγώνα.
Και κάτι ακόμα που δείχνει τις δυσκολίες της εποχής μου, αλλά και το μεράκι των συντελεστών μιας μετάδοσης. Τότε μετέδιδα το ματς ολόκληρο. Χωρίς διακοπές και «πάσες» σε άλλα γήπεδα. Μετάδοση από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό. Χώρια που μετά τη λήξη του πρωταθλήματος το καλοκαίρι, άρχιζε αμέσως το πρωτάθλημα του ΟΠΑΠ.
Σας αμφισβήτησαν ποτέ κάνοντας κάποιο επεισόδιο;
Σίγουρα θα υπήρξαν παρερμηνείες. Ούτως ή άλλως ο οπαδός συχνά βλέπει πέναλτι –που δεν είναι– υπέρ της ομάδας του, ενώ σε φάουλ υποπίπτει μόνον ο …αντίπαλος. Για μένα υπήρχε ένας σεβασμός και δεν είχα ιδιαίτερα προβλήματα.
Αξίζει, όμως, να σας πω δύο περιστατικά, όταν την «πλήρωσα» εγώ για μετάδοση που έκανε άλλος συνάδελφος.
Πρώτα ήταν ένα ματς Άρη-Παναθηναϊκού στο Χαριλάου. Φίλαθλος καταφερόταν εναντίον μου και μάλιστα πιστεύοντας ότι είμαι στον αγωνιστικό χώρο με το μικρόφωνο. «Τι πράγματα είναι αυτά που λέει ο Λογοθέτης; Γιατί μεροληπτεί εναντίον του Άρη;»
Καθόμουν λίγες θέσεις μακριά του. Κάποια στιγμή με βλέπει στην κερκίδα και παγώνει: «Συγνώμη, κύριε Λογοθέτη. Επειδή σχεδόν κάθε Κυριακή εσάς ακούμε, νόμιζα πως και σήμερα εσείς μεταδίδετε το ματς».
Ύστερα ήλθε ένα ακόμα πιο σοβαρό επεισόδιο. Επιφανής δικηγόρος της πόλης με κατήγγειλε επίσημα σε σύλλογο υποστηρίζοντας ότι κατά τη μετάδοση ματς θεσσαλονικιώτικης ομάδας με μια αθηναϊκή υπήρξα μεροληπτικός κατά της ομάδας της Θεσσαλονίκης. Ζήτησα από τον πρόεδρο την ομάδας να καλέσει τον δικηγόρο, για να λυθεί η διαφορά.
Μόλις με αντίκρισε ο τελευταίος άρχισε να φωνάζει «τι πράγματα είναι αυτά;» και «δεν το περίμενα από σας, κύριε Λογοθέτη».
«Πότε έγινε ο αγώνας;» τον ρωτάω. «Τάδε του μηνός», μου λέει.
Και τότε έβγαλα το διαβατήριό μου, για να δει τόσο αυτός όσο και ο πρόεδρος της ομάδας ότι εκείνη τη μέρα …απλώς απουσίαζα στο Λονδίνο. Στη συνέχεια του είπα πως αυτή τη φορά εγώ θα του κάνω μήνυση, διότι με εξομοίωσε με άλλον εκφωνητή.
Καλά λόγια, βεβαίως, έχετε ακούσει πολλά. Ποιος, όμως, σας συγκίνησε πιο πολύ με τις επισημάνσεις του;
Ακούστε τι έγινε πριν από αρκετά χρόνια, πριν να εισβάλει η τηλεόραση στη ζωή μας. Μου τηλεφώνησε ένας φίλος, για να μου πει να διαβάσω το φύλλο της «Καθημερινής» εκείνης της ημέρας. «Γράφει για σένα η Ελένη Βλάχου».
Πράγματι, στο άρθρο της πρώτης σελίδας, το οποίο υπέγραφε με το γνωστό «Ε», η εκδότρια έγραφε για το πόσο άσχετη ήταν με τα ποδοσφαιρικά και για το πόσο ενοχλήθηκε που, ενώ ήταν προσκεκλημένη σε σπίτι φίλων στην Κηφισιά, τα παιδιά του οικοδεσπότη άκουγαν τις μεταδόσεις των ματς στο ραδιόφωνο. Πάλι αυτό το κλοτσοσκούφι που το ονομάζουν άθλημα.
Και ξαφνικά προσθέτει η Βλάχου «το κέντρο των μεταδόσεων στην Αθήνα δίνει το μικρόφωνο στη Θεσσαλονίκη, από όπου κάποιος Λογοθέτης, τον οποίο δεν γνωρίζω, θα μας περιγράψει φάσεις του αγώνα Ηρακλέους-Παναθηναϊκού».
«Τον άκουσα. Με υποχρέωσε να τον ακούσω. Όταν τελείωσε η μετάδοση θέλησα να σας γράψω, κύριε Λογοθέτη. Δεν ξέρω αν θα γνωριστούμε από κοντά, αλλά σήμερα σας σφίγγω το χέρι για την ελληνομάθειά σας».
Αυτό το τελευταίο, βέβαια, είναι υπερβολικό, όσο κι αν κολακεύεται κανείς διαβάζοντας τόσο καλά λόγια από την Ελένη Βλάχου, η οποία τελείωνε το άρθρο της ως εξής:
«Ο κ. Λογοθέτης χρησιμοποιούσε άριστα τη μεγάλη άγνωστη του λαού μας, που είναι η ελληνική γλώσσα και μάλιστα με χιούμορ που απέπνεε πολιτισμό».
Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε η δυνατότητα του «ριπλέι». Σε αμφισβητούμενες φάσεις ο κόσμος ξέσπαγε από αγανάκτηση άλλες φορές δικαιολογημένα, άλλες φορές αδικαιολόγητα. Ο εκφωνητής τι μπορούσε να κάνει, αφού δεν ήταν δυνατόν να ξαναδεί τη φάση;
Ο εκφωνητής και δημοσιογράφος πρέπει να έχει το θάρρος της γνώμης του. Επίσης όταν δεν τον βοηθά η θέση του γηπέδου, από την οποία μεταδίδει το ματς, οφείλει να βγει και να πει ξεκάθαρα ότι δεν μπορεί εξ αντικειμένου να έχει πλήρη εικόνα του πώς εξελίχθηκε η φάση. Πώς να πεις λ.χ. ότι ο τάδε παίκτης ήταν σε θέση οφσάιντ, όταν δεν ήσουν στην ίδια ευθεία με τους παίκτες, που πρωταγωνιστούσαν στην επίμαχη φάση;
Με την ευκαιρία να πω ότι στα χρόνια μου δεν υπήρχαν τα «δημοσιογραφικά», οι γνωστές πια καμπίνες. Αυτές έγιναν πολύ αργότερα και ίσως θα πρέπει να γνωρίζουν οι νεότεροι συνάδελφοι ότι έδωσα κι εγώ τον προσωπικό αγώνα μου, για να κατασκευαστούν.
Άλλο τώρα που δεν πρόλαβα να τις χαρώ.
Ο ΠΑΟΚ και ο Κούδας άλλαξαν τη ζωή του Λογοθέτη;
Ήταν γοητευτικά χρόνια. Με αυτούς τους παίκτες, με τους προπονητές, με τον κόσμο, με τους συναδέλφους δημοσιογράφους ζήσαμε μιαν ανάταση του βορειοελλαδικού ποδοσφαίρου. Στιγμές μεγάλων συγκινήσεων και ανατροπών. Δεν θα ήταν δυνατόν να μη με αγγίξουν όλα αυτά. Νιώθω, λοιπόν, τυχερός που πήρα μέρος σ’ αυτή τη γιορτή του αθλητισμού.
Κάποιοι υποστήριξαν ότι από τις μεταδόσεις μου ορισμένοι παίκτες «πήραν πόντους».
Έχουν άδικο. Πιο πολύ εμένα με τράβηξε προς τα πάνω αυτή η εποχή. Η εποχή του Κούδα και των άλλων μεγάλων μπαλαδόρων όλων των ομάδων.
Αυτό είναι το γοητευτικό. Η πιο λαϊκή ομάδα της πόλης να έχει βάρδο εσάς, έναν διανοούμενο…
Και πάλι διαφωνώ. Η πιο γοητευτική αντίθεση είναι ότι ο Κούδας ήταν ο ηγέτης σε μια γνήσια λαϊκή ομάδα και διατηρούσε τη δική του λαϊκή ψυχή, ενώ ήταν στην ουσία ένας διανοούμενος με σπάνια πνευματικότητα!