Του Γρηγόρη Ιωάννη Ιωαννίδη*
*Δικηγόρος-Διδάκτωρ Αθλητικού Δικαίου
Η πρόσφατη απόφαση του Αθλητκού Δικαστηρίου της Λοζάνης να ακυρώσει την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής Εφέσεων της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, η οποία αφαιρούσε 7 βαθμούς από τον ΠΑΟΚ, αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα αναφορικά με την υποχρέωση των εθνικών ομοσπονδιών να εφαρμόζουν σωστές διοικητικές διαδικασίες και έγκυρες δικονομικές πράξεις. Εν προκειμένω, η ουσιαστικότερη πτυχή της απόφασης του Δικαστηρίου της Λοζάνης αφορά στην ξεκάθαρη οδηγία ότι γενικές αρχές του Αθλητικού Δικαίου και της νομικής επιστήμης, καθώς επίσης και της διεθνούς διαιτησίας, θα πρέπει να ακολουθούνται πιστά από τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές.
Τίθεται επομένως ένα πολύ σοβαρό και διττό ζήτημα που άπτεται τόσο επί της διαδικασίας μια μελλοντικής (πιθανότατα) έφεσης, όσο και επί της ουσίας της συζήτησης για τις κατηγορίες περί πολύ-ιδιοκτησίας. Η επιστήμη του Αθλητικού Δικαίου έχει αναπτύξει συγκεκριμένες αρχές οι οποίες εφαρμόζονται σε όλες τις διαδικασίες επίλυσης αθλητικών διαφορών, και παρά τον ιδιωτικό νομικό χαρακτήρα των αθλητικών οργανισμών, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο και το σημείο αναφοράς του κανονιστικού δικαίου των εθνικών ομοσπονδιών. Επομένως, πολύ σωστά και εύστοχα το Δικαστήριο της Λοζάνης προτρέπει τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές να ακολουθούν ευλαβικά αυτές τις αρχές κατά την εξέταση υποθέσεων, τόσο επί της διαδικασίας, όσο και επί της ουσίας.
Επιπλέον, πέραν της ξεκάθαρης πλέον προτροπής της Λοζάνης για εφαρμογή της γενικής αρχής της νομικής επιστήμης που ορίζει ότι ένας κατηγορούμενος δεν μπορεί να τιμωρηθεί χωρίς να έχει προηγηθεί μια έγκυρη διαδικασία, τίθεται ξεκάθαρα και το ζήτημα της εφαρμογής των κανόνων δικαίου μιας εθνικής ομοσπονδίας. Στην προκειμένη περίπτωση που ο κανόνας περί πολύ-ιδιοκτησίας έχει αφαιρεθεί από το δίκαιο κανόνων της ΕΠΟ, μια έγκυρη πειθαρχική επιτροπή οφείλει να εφαρμόσει τον σχετικό κανόνα της ΟΥΕΦΑ, καθώς επίσης και την νομολογία του Δικαστηρίου της Λοζάνης, όπως και αυτές των σχετικών πειθαρχικών οργάνων της ΟΥΕΦΑ και ΦΙΦΑ αντίστοιχα. Αυτές οι αποφάσεις αποτελούν έναν έγκυρο κατευθυντήριο οδηγό, που θα συμβάλλει ουσιαστικά ώστε τα μέλη της εθνικής επιτροπής να λάβουν την απόφαση τους. Η εφαρμογή του εθνικού δικαίου γίνεται επικουρικά και μόνο στην περίπτωση που στο δίκαιο κανόνων της ΟΥΕΦΑ εντοπίζεται κάποιο κενό ή υπάρχει ανάγκη για ενδελεχότερη ερμηνεία.
Ο υπογράφων είχε δηλώσει στην τηλεοπτική εκπομπή ‘Δίκη της Δευτέρας’ στις 6 Ιουλίου 2020 (Όσα ειπώθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες του CAS - Η Δίκη στο OPEN 06/07/2020 | OPEN TV) ότι οι εκθέσεις της Επαγγελματικής Επιτροπής Αθλητισμού δεν αποτελούν ‘αποφάσεις’ και, ως εκ τούτου, δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα (άλλωστε η ΕΕΑ δεν μπορεί να επιβάλει ποινές). O γνωμοδοτικός χαρακτήρας έκθεσης μιας κυβερνητικής επιτροπής, δεν μπορεί να δεσμεύσει την πειθαρχική επιτροπή μιας ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας (βλέπε αυτοδιοίκητο), ούτε και να την καθοδηγήσει χωρίς να έχει προηγηθεί εξέταση και τεκμηριωμένη συζήτηση επί της ουσίας. Και στην προκειμένη περίπτωση, η έκθεση της ΕΕΑ δεν περιλαμβάνει βασικές αρχές του Αθλητικού Δικαίου, οι οποίες παρουσιάζονται συνοπτικά παρακάτω:
1. Παρόλο που γίνεται αναφορά σε στοιχεία, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο βάρος και στο επίπεδο απόδειξης, τα οποία αποτελούν και την βάση για την τεκμηρίωση των κατηγοριών (burden and standard of proof).
2. Δεν υπάρχει αναφορά στην νομολογία του ΚΑΣ, ούτε και σε αυτές των πειθαρχικών οργάνων της ΟΥΕΦΑ (Adjudicatory Chamber) και ΦΙΦΑ (Dispute Resolution Chamber).
3. Εσφαλμένα γίνεται αναφορά σε ‘dominant influence’ και όχι σε ‘decisive influence’ όπως είναι και το σωστό. Το πρώτο ανεβάζει το βάρος απόδειξης, ενώ το δεύτερο αποτελεί ρητή εντολή του νομοθέτη της ΟΥΕΦΑ και έχει ερμηνευθεί σε μια πλειάδα αποφάσεων του ΚΑΣ.
4. Δεν υπάρχει αναφορά στην αρχή της αναλογικότητας, η οποία αποτελεί και γενική αρχή του Αθλητικού Δικαίου. Σε κάθε συζήτηση ενώπιον του ΚΑΣ πάντοτε το πάνελ των δικαστών/διαιτητών προσδοκά από τις αγορεύσεις των δικηγόρων στο τέλος της διαδικασίας, μια ανάλυση αυτής της αρχής, η οποία εφαρμόζεται πάντοτε σε σύγκριση με τον έννομο σκοπό του νομοθέτη του συγκεκριμένου κανόνα.
Συμπερασματικά, η απόφαση της Λοζάνης αποτελεί όχι μόνο οδηγό προς ναυτιλομένους, αλλά εμπεριέχει και ένα εκπαιδευτικό χαρακτήρα, ως προς την εφαρμογή γενικών αρχών του αθλητικού δικαίου και έγκυρων δικονομικών πράξεων. Αν υπάρχει ο δικαιολογημένος ‘φόβος’ στην ΕΠΟ ότι οποιαδήποτε απόφαση των πειθαρχικών επιτροπών της θα αφήσει παράπονα, μπορεί η ΕΠΟ να στελεχώσει τις ανεξάρτητες επιτροπές της με άτομα εξιδεικευμένα στον τομέα του Αθλητικού Δικαίου, τα οποία δεν έχουν σχέση με την διοίκηση του αθλήματος, ούτε και πρόσκεινται σε ποδοσφαιρικές ομάδες και σε πολιτικά κόμματα.
Η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, αλλά πρέπει να φαίνεται και τίμια (‘ότι την εμήν ηξίουν μηδ’υπονοηθήναι’)…
*Δικηγόρος-Διδάκτωρ Αθλητικού Δικαίου