Του Γρηγόρη Ιωαννίδη*
Σε προηγούμενες αναρτήσεις στον ίδιο ιστοχώρο, είχαμε εξηγήσει ότι οι αποφάσεις του Αθλητικού Δικαστηρίου της Λοζάνης (ΚΑΣ - CAS) δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα ως προς τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές, οι οποίες συστήνονται από τις εκάστοτε εθνικές ομοσπονδίες κάθε αθλήματος και έχουν ως κύριο σκοπό την επίλυση αθλητικών διαφορών (https://dikisports.blogspot.com/2020/08/blog-post_529.html). Και αυτό διότι το ΚΑΣ, ως φύσει και θέσει διαιτητικό όργανο, δεν έχει την νομική αρμοδιότητα να λαμβάνει αποφάσεις δεσμευτικού χαρακτήρα, κυρίως για τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές. Οι αποφάσεις του ΚΑΣ δεσμεύουν μόνο τα μέρη της διαιτησίας, τις πλευρές δηλαδή που μετέχουν σε μια υπόθεση, ενώπιον του ΚΑΣ. Επομένως γίνεται αντιληπτό ότι οι εθνικές πειθαρχικές επιτροπές δεν είναι υποχρεωμένες να ακολουθούν προηγούμενες αποφάσεις του ΚΑΣ σε μελλοντικές δικές τους αποφάσεις (αν και στην πράξη τείνουν πάντα να εξηγούν τους λόγους μη ακολουθίας των, ειδικά σε υποθέσεις αντιντόπινγκ).
Αυτή ακριβώς η μη δεσμευτική φύση των αποφάσεων του ΚΑΣ, ως προς τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές, δημιουργεί μία σύγχυση στην εφαρμογή ποινών στον χώρο του πειθαρχικού δικαίου και μέσα στην γενικότερη επιστήμη του Αθλητικού Δικαίου. Αυτή η σύγχυση δημιουργεί όχι μόνο ένα πεδίο ανισότητας, ως προς την σωστή ερμηνεία των κανόνων δικαίου κάθε ομοσπονδίας, αλλά επίσης δυσκολεύει και τον βαθμό σωστής και έγκυρης νομικής συμβουλής προς τον πελάτη, καθώς ο εκάστοτε δικηγόρος δεν μπορεί με βεβαιότητα ούτε να ερμηνεύσει το δίκαιο κανόνων της εκάστοτε ομοσπονδίας, αλλά ούτε και να ακολουθήσει μια συγκεκριμένη πορεία νομικών συμβουλών και κατάστρωσης δικανικών συλλογισμών, λόγω της πληθώρας διαφορετικών αποφάσεων σε υποθέσεις με παρόμοια ή ίδια πραγματικά περιστατικά. Αυτό το επιχείρημα γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό και είναι εφαρμοστέο σε υποθέσεις αντιντόπινγκ και ειδικότερα σε υποθέσεις με κατηγορίες για παράβαση κανόνων αντιντόπινγκ λόγω χρήσης συμπληρωμάτων αλλά και αυτών της αποφυγής ελέγχου αντιντόπινγκ.
Έχοντας υπόψιν αυτή τη δικονομική ανωμαλία στον εξιδεικευμένο επιστημονικό χώρο της επίλυσης αθλητικών διαφορών, έχουμε ξεκινήσει ένα ερευνητικό έργο, το οποίο προτείνει την δημιουργία ενός πλαισίου αναγνώρισης δεδικασμένων (σύμφωνα με το ισχύον σύστημα κανόνων της Αγγλοσαξονικής δικονομίας), με άμεση εφαρμογή αυτών σε εθνικές πειθαρχικές επιτροπές**. Με άλλα λόγια, προτείνουμε οι αποφάσεις του ΚΑΣ να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές των εκάστοτε αθλητικών ομοσπονδιών και να ακολουθούνται συστηματικά, ειδικά σε υποθέσεις των οποίων τα πραγματικά περιστατικά είναι όμοια (ή παρόμοια) με αυτά προηγούμενων υποθέσεων.
Αναγνωρίζουμε βέβαια, ότι μια τέτοια πρόταση έχει έναν υπέρμετρο βαθμό δυσκολίας, καθώς είναι βασική αρχή της Διεθνούς Διαιτησίας ότι οι αποφάσεις της δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα (ως προς τις εθνικές επιτροπές ή τα εθνικά δικαστήρια). Σε αυτό συνηγορεί ταυτόχρονα και το δεδομένο ότι η νομική ύπαρξη του ΚΑΣ απορρέει από και έχει την βάση του στο Ελβετικό Δίκαιο, το οποίο καθορίζει την διαιτητική του φύση και η οποία τονίζει ότι το ΚΑΣ είναι ένα ανώτατο αθλητικό διαιτητικό και μη δικαστικό όργανο με ερμηνευτική εξουσία (quasi-judicial).
Προτείνουμε επομένως την δημιουργία ενός δικαίου κανόνων στην μορφή ενός Κώδικα, ο οποίος θα ακολουθείται από όλες τις εθνικές και τις διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες και θα εμπεριέχει σαφείς κανόνες οι οποίοι θα εξηγούν τον τρόπο και τις περιπτώσεις στις οποίες οι αποφάσεις του ΚΑΣ θα είναι δεσμευτικές για τις εθνικές πειθαρχικές επιτροπές και θα πρέπει να ακολουθούνται και να εφαρμόζονται.***
Ολοκληρώνοντας, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι πιστεύουμε ακράδαντα ότι αυτή μας η πρόταση θα λύσει ένα έντονο και επικίνδυνο δικονομικό πρόβλημα. Θα καθορίσει ταυτόχρονα τις παραμέτρους εκείνες οι οποίες προσδίδουν σαφήνεια, συνοχή, προβλεψιμότητα και ευθύνη στις αποφάσεις των εκάστοτε εθνικών πειθαρχικών επιτροπών. Η δημιουργία ενός τέτοιου Κώδικα θα επιτρέψει και την εναρμόνιση των αποφάσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, αποκλείοντας ταυτόχρονα και την εξελικτική ανάπτυξη ανισότητας στην λήψη αποφάσεων μεταξύ διαφορετικών αθλητικών ομοσπονδιών. Συνεπάγεται επομένως ότι τα οφέλη είναι πάρα πολλά και θα ενισχύσουν την ισότητα και ισονομία στην λήψη αποφάσεων.
*Δρ. Γρηγόρης Ιωάννη Ιωαννίδης
Δικηγόρος Αθλητικού Δικαίου
Διευθυντής Προγράμματος International Sports Law in Practice
Ο υπογράφων θα ήθελε να ευχαριστήσει τους συναδέλφους του στην Ελλάδα κα Αθηνά Νασιοπούλου (ΔΣ Λάρισας) και κ. Παρασκευά Ατλαμαζόγλου (ΔΣ Αθηνών) για την σημαντική συνδρομή τους στην προετοιμασία αυτού του άρθρου.
** Προσκαλούμε τους συναδέλφους μας στην Ελλάδα να επικοινωνήσουν μαζί μας αν ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στο ερευνητικό μας έργο. Οι ήδη υπάρχουσες δημοσιεύσεις μας στο συγκεκριμένο ερευνητικό έργο βρίσκονται εδώ:
“How a system of judicial precedent may help the rights of athletes before the Court of Arbitration for Sport (CAS)”, Routledge Handbook of the Olympic and Paralympic Games, 2020, https://www.taylorfrancis.com/chapters/edit/10.4324/9780429440311-4/system-judicial-precedent-may-help-rights-athletes-court-arbitration-sport-cas-1-gregory-ioannidis
“The Influence of Common Law Traditions on the Practice and Procedure Before the Court of Arbitration for Sport (CAS)”, Yearbook of International Sports Arbitration 2015, pp17-38, Asser Press, 2016, https://link.springer.com/chapter/10.1007/978-94-6265-129-6_2
*** Η Πρόταση μας παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο Αθλητικού Δικαίου στο Κολοράντο Σπρίνγκς των Ηνωμένων Πολιτειών, τον Οκτώβριο του 2019. Για περισσότερες λεπτομέρειες, ενημερωθείτε εδώ: