Η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα.
Η παράγκα Νο2 μοιάζει το ίδιο γραφική στην ηχητική της απόλαυση με την παράγκα Νο1, αλλά διαφέρει αισθητά στη συστηματικότητα του μηχανισμού διαφθοράς.
Σήμερα μιλάμε μόνο για προσπάθεια επηρεασμού διαιτητών, ενώ προ δεκαετίας παράγοντες, παίκτες, μάνατζερ, ακόμη και δημοσιογράφοι συνωστίζονταν για να υποβάλλουν τα σέβη τους στον αδιαμφισβήτητο παραγκάρχη.
Οι χαρακτηρισμοί της απονομής του τίτλου του νέου παραγκάρχη ανταλλάσονται πλέον δημόσια από τους Αχ. Μπέο-Ν. Πατέρα, η Δικαιοσύνη τρέχει για να προλάβει την έρευνα των καταγγελιών Κούγια, το εξώδικο Μαρινάκη επιχειρεί να συνετίσει όσους τολμούν να ψελλίσουν το "Βαγγέλη, ψάξου", ο Σ. Βοργιάς επιμένει να μην ξεφυσά, ο Γ. Δαλούκας παριστάνει το εξιλαστήριο θύμα και ο Σ. Πιλάβιος πετά διαρκώς την μπάλα στην κερκίδα, περιμένοντας παθητικά να ακούσει τη φωνή του.
Στην εποχή της πρώτης παράγκας δεν είχαμε ούτε διεθνοποίηση της κασετολογίας (βλέπε δηλώσεις Κολίνα), ούτε σοβαρή Αθλητική Δικαιοσύνη (βλέπε παρέμβαση Φάκου), ούτε καν έναν αποφασισμένο ποινικό αθλητικό εισαγγελέα (βλέπε δηλώσεις Σιμιτζόγλου για την αξιοποίηση των ηχητικών ντοκουμέντων).
Οι υποθέσεις εκείνες, είτε παραγράφηκαν, είτε αρχειοθετήθηκαν.
Σήμερα η υφέρπουσα κοινωνική έκρηξη υποχρεώνει τη δικαστική εξουσία να πείσει τους πολίτες ότι αγγίζει και τα "μεγάλα ψάρια".
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει πολιτική βούληση.
Διότι πέραν της ουσιαστικής παρέμβασης Νικητιάδη στην Καθαροδευτεριάτικη τηλεοπτική "Δίκη", παρακολουθήσαμε την αμηχανία Μπιτσαξή να μεταβάλλεται σε αγωνιώδη επικοινωνιακή αντεπίθεση λαϊκισμού, που -όμως- είναι τόσο τεχνητή ώστε να μοιάζει με τα 39 ύποπτα ελληνικά ματς.
Ξέρετε, εκείνα που η ΕΠΟ φρόντισε να μην διερευνηθούν από την Αθλητική Δικαιοσύνη, με τη συναίνεση του ΓΓΑ.