ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ: 3 ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ
Του Γιώργου Λυσαρίδη, πρώην ΓΓΑ*
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Μακεδονία της Κυριακής"
Του Γιώργου Λυσαρίδη, πρώην ΓΓΑ*
Πρόσφατα, ο Ζόραν Λάκοβιτς, Διευθυντής Ομοσπονδιών της UEFA, δήλωσε πως το προσεχές καλοκαίρι κλείνει ο κύκλος της επιτροπείας που είχε επιβληθεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο από τον Οκτώβριο του 2016, οπότε διορίστηκε από τις υπερεθνικές Ομοσπονδίες ( FIFA, UEFA) «Επιτροπή Εξομάλυνσης», μετά από πρόσκληση, έμμεση αλλά σαφή, του τότε Υφυπουργού Αθλητισμού Στ. Κοντονή.
Ο απολογισμός της τρίχρονης αυτής κηδεμονίας είναι αμφιλεγόμενος. Άλλοι ισχυρίζονται πως ήταν ευεργετική η παρουσία και επίβλεψη των ξένων επιτετραμμένων, αφού υπήρξε σχετική καταλλαγή των εσωτερικών αντιδικιών, βελτίωση στη διαιτησία και στη λειτουργία των αθλητικών οργάνων. Άλλοι πάλι, θα αντιτάξουν ότι τα παραπάνω ήταν βιτρίνα και ότι το παρασκήνιο εξακολουθεί να διαφεντεύει το ποδόσφαιρο στη χώρα μας. Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται και εκείνοι που επικαλούνται ιδεολογικά προτάγματα, μιλώντας για «κατάλυση της δημοκρατίας», για ταπεινωτική ξένη παρέμβαση και για καθεστώς «γύψου» στο εγχώριο ποδόσφαιρο.
Ανεξάρτητα από το σε ποιά άποψη προσχωρεί ο καθένας μας, ας αποδεχθούμε πως «ό γέγονε, γέγονε» και ας ενσκήψουμε στην επόμενη ημέρα και στην προοπτική της, μετά την αποχώρηση της ξένης ποδοσφαιρικής «κατοχής».
Αλήθεια, μπορούμε να αισιοδοξούμε πως, μετά από αυτή την παρένθεση, θα τεθεί το ποδόσφαιρό μας σε τροχιά κανονικότητας και δεν θα αναδυθούν και πάλι οι χρόνιες παθογένειες που προκάλεσαν την (διόλου τιμητική) καταφυγή στη διεθνή κηδεμονία ; Νομίζω πως μόνον αν είναι κάποιος προκατειλημμένος, θα σπεύσει να δώσει ανεπιφύλακτη θετική ή αρνητική απάντηση.
Η επόμενη μέρα για το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ένα στοίχημα. Για τους πάντες που εμπλέκονται σε αυτό και συνθέτουν την εικόνα του, εσωτερική και δημόσια. Πολιτεία, Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, παράγοντες ΠΑΕ, αθλητικός τύπος, θα κριθούν για τις προθέσεις, αλλά και την αποτελεσματικότητά τους, όταν κληθούν να διαχειριστούν τα ποδοσφαιρικά μας πράγματα, χωρίς πλέον τον «μπαμπούλα» (και το … άλλοθι) των ξένων επιδιαιτητών.
Η Πολιτεία, ως θεσμικός εγγυητής της νομιμότητας, οφείλει να ασκήσει ορθά τον ρόλο της. Να στηρίζει, αλλά και να ελέγχει, κατά τα όρια που το ίδιο το Σύνταγμα του Ελληνικού Κράτους (άρθρο 16) ορίζει. Να επεμβαίνει εκεί που οφείλει και με τον τρόπο που οφείλει να το κάνει. Όχι επιλεκτικά, ούτε με τρόπο που να δημιουργεί αίσθημα μεροληψίας και αδικίας. Η σύγχυση και ο κίνδυνος εκτροπής βρίσκονται στον καθορισμό των επιτρεπτών ορίων αυτής της παρέμβασης. Να αντιληφθεί ότι η αδράνεια, η εθελοτυφλία ή, ενίοτε, ο υπερβάλλων ζήλος, στο όνομα του περίφημου «πολιτικού κόστους», δημιουργούν στο ενδιάθετο του φίλαθλου κόσμου αισθήματα απαξίωσης και αποδοκιμασίας. Να μετέλθει τη δύναμη επιβολής της κρατικής εξουσίας, όχι για να επιβάλει κομματικές προτιμήσεις, αλλά για να αποδεχθούν όλοι ότι οι νόμοι και οι κανονισμοί θα εφαρμόζονται απαρέγκλιτα προς όλες τις κατευθύνσεις. Και να μη ξεχνά ότι το δημοφιλές πολύ σπάνια είναι και το σωστό...
Η ΕΠΟ, από τη μεριά της, οφείλει να μην αποποιηθεί τον κυρίαρχο ρόλο της, να ανασκουμπωθεί, να αναλογιστεί τις ευθύνες της, να ανασυνθέσει τις δυνάμεις της, να υπερασπιστεί τις αρμοδιότητές της, να εποπτεύσει την ορθή λειτουργία οργάνων και αρχών (αθλητική δικαιοσύνη, διαιτησία), να διεκδικήσει έναντι όλων τα δικαιώματά της, με λίγα λόγια να είναι αποφασισμένη «να σπάσει αυγά»...
Οι μεγαλοπαράγοντες θα πρέπει επιτέλους να κατανοήσουν ότι το δεσποτικό μοντέλο της μονοκρατορίας και του «ελέγχου» του χώρου απέτυχε παταγωδώς. Οδήγησε σε αθέμιτο ανταγωνισμό κορυφής και απαξίωση του προϊόντος. Η από μέρους τους αποδοχή κανόνων καθαρού συναγωνισμού, μέσα σε ένα υγιές ανταγωνιστικό περιβάλλον, θα αποκαταστήσει σταδιακά την αξία του προϊόντος και θα τους αποφέρει πραγματικά κέρδη, οικονομικά και άλλα (αίγλη, δόξα, ισχύ).
Ο αθλητικός τύπος, σχεδόν στο σύνολό του, απευθύνεται μόνο σε οπαδούς και τους «χαϊδεύει τα αυτιά», αφού εκεί αναζητεί πλέον το αναγνωστικό κοινό-πελατεία του. Έτσι, τους εκπαιδεύει να βλέπουν και να διαβάζουν τα πάντα μέσα από τα γυαλιά της οπαδικής τους προτίμησης. H, ηθελημένη ή όχι, υποκίνηση οπαδικού φανατισμού, σε ένα κοινό (ιδαίτερα στη νεολαία) επιρρεπές σε ακραίες αντιδράσεις, δεν μπορεί να αφήνεται ανεξέλεγκτη. Όροι και κανόνες δεοντολογίας, θα πρέπει να ισχύσουν και στο πεδίο του αθλητικού τύπου.
Όλοι οι παραπάνω που διαχειρίζονται τις τύχες του ποδοσφαίρου στη χώρα μας, θα πρέπει να συναισθανθούν την ευθύνη τους (αλλά και το κοινό τους συμφέρον), ώστε, με καθαρό μυαλό, τόλμη και αποφασιστικότητα, από κοινού να χαράξουν τη στρατηγική εξόδου από την ξένη επιτροπεία και να συναποφασίσουν να δουν το δάσος και όχι το δέντρο, δηλαδή να σχεδιάσουν την επόμενη μέρα του ποδοσφαίρου μας, με στόχο την ανάσυρσή του από το τέλμα στο οποίο βρίσκεται εδώ και χρόνια, και όχι το (πρόσκαιρο) στενό δικό τους συμφέρον. Ας δουν κατάματα τη ζοφερή πραγματικότητα. Κανείς δεν είναι πιό τυφλός από αυτόν που δεν θέλει να δει ...
Αν δεν τολμήσουν, η ελπίδα για το Ελληνικό ποδόσφαιρο θα συνεχίσει να ζει εξόριστη στο νησί της ουτοπίας.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Μακεδονία της Κυριακής"