Πικραμένος που έφυγε από τον Παναθηναϊκό, έχοντας πάνω του τη… ρετσινιά του «ρουφιάνου», είναι ο Γιάννης Γκούμας και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τις συνεντεύξεις που δίνει τον τελευταίο καιρό.
Ο παλαίμαχος αμυντικός μίλησε στην εφημερίδα «Καθημερινή» και στόχος του ήταν για ακόμη φορά ο Χενκ Τεν Κάτε, αφού τον θεωρεί υπεύθυνο για την απομάκρυνσή του από το «τριφύλλι». «Δεν με πήγαινε, αγωνιστικά δεν μπορούσε να πει κάτι», τόνισε ο 34χρονος άσος, ενώ από τα «καρφιά» του δεν ξέφυγε ούτε η διοίκηση του συλλόγου, καθώς θεωρεί πως δεν τον προστάτευσε, ως όφειλε: «Ξέροντας τι έχω κάνει τόσα χρόνια για την ομάδα, δεν με προφύλαξε»!
Επίσης, ο Γκούμας αναφέρθηκε στους προκατόχους του Χενκ Τεν Κάτε, υπογραμμίζοντας πως ο Βίκτορ Μουνιόθ αδικήθηκε, στα γεγονότα της Ριζούπολης, στη διαιτησία, αλλά και στις… εμμονές του Οτο Ρεχάγκελ.
Αναλυτικά, η συνέντευξη:
>>>Για την παραμονή του στην ίδια ομάδα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του: «Είχα πολλές προτάσεις και με καλύτερα λεφτά, αλλά ήθελα να μείνω στον Παναθηναϊκό και δεν το έχω μετανιώσει. Αισθάνομαι τυχερός που αγωνίστηκα σε αυτή την ομάδα. Απλώς πιστεύω πως δεν πήρα όσους τίτλους άξιζα να πάρω».
>>>Για τους λόγους που αποπέμφθηκε: «Η ειρωνεία είναι ότι διώχτηκα με τη δικαιολογία ότι ήμουν ο ρουφιάνος των δημοσιογράφων, ενώ πριν από δύο χρόνια τα είχα βάλει μαζί τους. Ο Τεν Κάτε το ισχυρίστηκε στη διοίκηση και με πείραξε πάρα πολύ που η διοίκηση το ασπάστηκε. Γι’ αυτό έφυγα από τον Παναθηναϊκό. Ο Γκούμας έχει καθαρό πρόσωπο και δεν έχει ανάγκη να γλείψει ή να ρουφιανέψει. Από 16-17 χρονών που πήγα στον Παναθηναϊκό δεν ήμουν ρουφιάνος, στα 34 έγινα; Αμαυρώνεται το όνομά μου. Ας μου έλεγαν ότι δεν μας κάνεις αγωνιστικά, όχι αυτό. Ο Τεν Κάτε δεν με πήγαινε. Αγωνιστικά δεν μπορούσε να πει κάτι. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη στο ποδόσφαιρο. Αυτό που με πείραξε περισσότερο είναι ότι η διοίκηση, ξέροντας τι έχω κάνει τόσα χρόνια για την ομάδα, δεν με προστάτευσε. Ίσως η τωρινή διοίκηση με θεωρεί ‘Βαρδινογιαννικό’ και θέλει να με χτυπήσει έτσι. Δεν ξέρω… Πάντως δεν συμπεριφέρονται έτσι σε έναν ποδοσφαιριστή που 17 χρόνια δεν έχει δώσει δικαίωμα. Ο Παναθηναϊκός τρώει τα παιδιά του».
>>>Για την προπονητική αξία του Χενκ Τεν Κάτε: «Ο Τεν Κάτε σαν προπονητής είναι υπερτιμημένος. Πρώτος προπονητής διετέλεσε μόνο στον Άγιαξ κι εκεί έφυγε μετά από ένα χρόνο ως αποτυχημένος. Αυτό τα λέει όλα. Ο Παναθηναϊκός δεν παίζει ποδόσφαιρο ανάλογο με το ρόστερ του. Με τον Άρη δεν άξιζε τη νίκη, με τον Πανθρακικό δεν έκανε ευκαιρίες. Αν δεν αλλάξει κάποια πράγματα ο Τεν Κάτε σε θέματα οργάνωσης και ανάπτυξης, θα έχει σύντομα κι άλλες βαθμολογικές απώλειες. Το φετινό ρόστερ είναι από τα καλύτερα των τελευταίων ετών και θα είναι μεγάλη αποτυχία αν δεν πάρει το πρωτάθλημα».
>>>Για τους προκατόχους του Τεν Κάτε: «Αδικημένος ήταν ο Μουνιόθ. Ήταν πολύ καλός προπονητής, αλλά στάθηκε άτυχος. Έπεσε σε κακές συγκυρίες και δεν είχε χρόνο να δουλέψει. Αν έμενε, θα έκανε έργο. Ο Μαλεζάνι δεν είχε χημεία με τους παίκτες. Η ομάδα με τον Μπάκε δεν έδειξε αυτά που μπορούσε και δίκαια απομακρύνθηκε τόσο σύντομα. Θα ήθελα να συνεργαστώ με τον Μπάγεβιτς».
>>>Για την «παράγκα»: «Υπήρχε «παράγκα», είναι δεδομένο. Ξέραμε ότι αν έχει αποφασιστεί να μην κερδίσουμε, δεν θα κερδίσουμε. Θυμάμαι το παιχνίδι με την Παναχαϊκή με διαιτητή τον Νίκου (σεζόν 1999-2000), όπου χάσαμε με 1-0 και χάσαμε το πρωτάθλημα. Δεν μεταδόθηκε τηλεοπτικά και δεν ήταν τυχαίο. Σφύριζε απίστευτα πράγματα. Έδινε φάουλ χωρίς καν επαφή. Δε θα κέρδιζες ό,τι κι αν έκανες. Δεν είναι δικαιολογία ότι χάσαμε το πρωτάθλημα από τη διαιτησία. Ειδικά για εκείνη τη χρονιά».
>>>Για τα γεγονότα της Ριζούπολης: «Έβλεπα τους παίκτες που έτρεμαν και νόμιζαν ότι βρισκόμαστε στην Ουγκάντα. Δεν μπορείς να παίξεις όταν φοβάσαι για τη σωματική σου ακεραιότητα. Δεν είναι δικαιολογία για την ήττα. Ο Ολυμπιακός ήταν καλύτερος και κέρδισε δίκαια, αλλά δεν αγωνιστήκαμε με καθαρό μυαλό. Σε άλλη χώρα αυτό το παιχνίδι δεν θα γινόταν».
>>>Για την Εθνική ομάδα και τον Οτο Ρεχάγκελ: «Στενοχωρήθηκα αφάνταστα που ήμουν σε δύο EURO και δεν έπαιξα λεπτό. Σε πειράζει αφάνταστα. Και να με καλούσαν στην Εθνική, δεν θα ξαναπήγαινα. Ήμουν το θύμα. Ο Ρεχάγκελ είναι ο καλύτερος ψυχολόγος. Κατά τα άλλα έχει τα μειονεκτήματά του, τις εμμονές του. Στην Εθνική πρέπει να παίζουν οι πιο φορμαρισμένοι παίκτες. Ο Ρεχάγκελ καλεί κάποιους είτε είναι ντεφορμέ είτε όχι».